Το νέο ντοκιμαντέρ του Β. Λουλέ για δύο προβολές στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

Το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης παρουσιάζει το νέο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ, Πέρασα κι εγώ από κει κι είχα παπούτσια από χαρτί παραμύθια, για πάντα, για δύο ακόμη προβολές το Σάββατο 15 και την Κυριακή 16 Μαρτίου 2014.

Το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης παρουσιάζει το νέο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ, Πέρασα κι εγώ από κει κι είχα παπούτσια από χαρτί παραμύθια, για πάντα, για δύο ακόμη προβολές το Σάββατο 15 και την Κυριακή 16 Μαρτίου 2014.

Μετά την προβολή της Κυριακής 16 Μαρτίου θα ακολουθήσει συζήτηση με τον σκηνοθέτη.

Ένα ντοκιμαντέρ μας ταξιδεύει στον μαγικό κόσμο των παραμυθιών. Γιαγιάδες και παππούδες, λαϊκοί παραμυθάδες από τα χωριά των Τρικάλων αφηγούνται στον κινηματογραφικό φακό, με τον δικό τους εκφραστικό τρόπο, παραμύθια και ιστορίες με οικουμενικό και διαχρονικό χαρακτήρα.
Ένα οδοιπορικό καταγραφής, μύησης και μνήμης.
Παραμύθια του κάμπου και των βουνών.
Παραμύθια, για πάντα.

Σημειώνει ο σκηνοθέτης

«Πέρασα κι εγώ από κει κι είχα παπούτσια από χαρτί
από πάνω κόκκινα κι από κάτω κόσκινα»:
έτσι τέλειωναν τα παραμύθια που έλεγαν παλιά οι άνθρωποι. Έτσι τελειώνουν και τώρα αυτά που λένε οι τελευταίοι –ίσως- γέροι παραμυθάδες στον κινηματογραφικό φακό, στο ντοκιμαντέρ που γύρισα στα χωριά των Τρικάλων φέτος το καλοκαίρι, για τον Δήμο Τρικκαίων.
Παραμύθια, για πάντα.
Παραμύθια του κάμπου και των βουνών.

Άνθρωποι απλοί, βοσκοί, νοικοκυρές, αγρότες, άνθρωποι αγράμματοι οι περισσότεροι, προικισμένοι όμως με το χάρισμα της αφήγησης, μάς καθηλώνουν και δημιουργούν ταξίδια στο μυαλό μας. Από στόμα σε στόμα, από παππούδες και γιαγιάδες στα παιδιά και στα εγγόνια, οι παραμυθάδες διέσωσαν ιστορίες, παραδόσεις και θρύλους, τραγούδια και στιχάκια που θα είχαν πια χαθεί. Μέσα από τις αφηγήσεις των παραμυθιών που κινηματογραφήσαμε ζωντανεύουν και πάλι η γεωργική και κτηνοτροφική παράδοση του τόπου, τα ζώα και τα φυτά, τα πυκνά δάση και οι μεγάλοι κάμποι, τα μονοπάτια, τα σταυροδρόμια, τα πηγάδια κι οι πηγές, ο κουρνιαχτός του δρόμου και η πρωινή ομίχλη, οι πονηρές αλεπούδες και οι αετοί που μιλάνε, οι νεράιδες, οι δράκοι και οι λάμιες, οι μύλοι και τα καρκατζάλια.

Ένα μεγάλο οδοιπορικό στα παραμύθια λοιπόν, μέσα από το οδοιπορικό των παλικαριών που ξεκινάν να βρουν την τύχη τους ή να κερδίσουν την καρδιά της όμορφης βασιλοπούλας, που συναντούν εμπόδια στο δρόμο, που στέκονται σε τρίστρατα και παίρνουν το μονοπάτι το δύσκολο και «προχωράν και προχωράν…» και φτάνουν σε κόσμους άγνωστους πανέμορφους τρομακτικούς, και περιπλανώνται άσκοπα και ξεστρατίζουν και κοιμούνται όπου βρεθούν και νυχτωθούν. Αρετές του παλιού καιρού, τότε που ο χρόνος κύλαγε αλλιώς, που η βραδύτητα ήταν αρετή, που το θαύμα ήταν εφικτό κι ο στοχασμός θεωρούνταν σοφία -κι όχι χάσιμο χρόνου.

Αρετές και αξίες που φτάνουν πολύ πίσω, στα μεγάλα έπη του Ομήρου, του πρώτου παραμυθά που κατέγραψε τις προφορικές ιστορίες που είχαν φτάσει ως τις δικές του μέρες.

Γεννήθηκα στα Τρίκαλα, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, στο μεταίχμιο δυο εποχών. Ένα μικρό ισόγειο σπίτι που έβγαινε σε μια αυλή, κοινή με άλλους γείτονες. Δίπλα, το ποδηλατάδικο του πατέρα μου. Κι από την άλλη, μια καρβουναποθήκη. Αυτός ήταν όλος μου ο κόσμος. Κόσμος φτωχικός. Σκυφτός αλλά περήφανος, όχι σκυμμένος. […]

Παντού ακούγαμε παραμύθια. Παραμύθια η μάνα μου στο σπίτι, παραμύθια η μάνα της στο ένα χωριό, παραμύθια ο παππούς, η γιαγιά, οι θείες και οι θειοί μου στο άλλο χωριό, παραμύθια παντού. Παραμύθια στα μικρά παιδιά για να κοιμηθούν ή να λουφάξουν. Παραμύθια για να αντέξουν οι μεγάλοι στις ατέλειωτες ώρες χειρωνακτικής δουλειάς: στο χωράφι, στο δεμάτιασμα του καπνού, στη βοσκή, στα μικρά εργαστήρια, στο άρμεγμα, στον αργαλειό και στα νυχτέρια των γυναικών, στο κάρο που σε πήγαινε, νύχτα ακόμα, στο χωράφι με τα βαμβάκια. Παραμύθια για να περνάει η ώρα στα μακρινά, ατέλειωτα ταξίδια εκείνου του καιρού. […]

Προσωπικά, αγάπησα και πάλι την προφορική αφήγηση και τα παραμύθια όταν εδώ και κάποια χρόνια, φτιάχνοντας κινηματογραφικές ταινίες και σενάρια, βρέθηκα ν’ ασχολούμαι με το είδος του ντοκιμαντέρ, βάζοντας ανθρώπους να μιλάνε στο φακό, να λένε ιστορίες. Τις μικρές τους καθημερινές ιστορίες. Αλλά και τις άλλες τους ιστορίες, αυτές που έπεσαν στη δίνη της Ιστορίας. […]

Το ντοκιμαντέρ Πέρασα κι εγώ από κει κι είχα παπούτσια από χαρτί δεν αρκείται όμως στην καταγραφή του λόγου και στη διάσωση της προφορικής παράδοσης της περιοχής, δεν αναδεικνύει μόνο τον πλούτο των παραλλαγών πάνω στο ίδιο παραμύθι -από στόμα σε στόμα, από τόπο σε τόπο-, αλλά προσθέτει και κάτι περισσότερο, κάτι που μόνον ο κινηματογράφος μπορεί: φέρνει στο φως τις χειρονομίες του αφηγητή, τις εκφράσεις του προσώπου, τις σιωπές και τις εντάσεις, τη γλώσσα του σώματος. Όλα αυτά ακριβώς τα στοιχεία τα οποία προσδίδουν την δύναμη και την ιδιαιτερότητα στον κάθε παραμυθά. Η ντοπιολαλιά είναι όμορφη στα παραμύθια, ζωντανεύει τις εικόνες που περιγράφουν, ενώ τα εκφραστικά πρόσωπα των γερόντων είναι σαν ένα απέραντο τοπίο που δεν χορταίνεις να παρατηρείς, να θαυμάζεις, να απολαμβάνεις.

Πρόσωπα που, ακούγοντάς τα, μας γεννούν εικόνες στο μυαλό και μας κάνουν να θέλουμε να πούμε ιστορίες κι εμείς, με τη σειρά μας. Όλοι εμείς, και οι μεγάλοι και τα παιδιά. Γιατί όλοι θέλουμε να ακούμε παραμύθια κι όλοι μας έχουμε ένα δικό μας παραμύθι να μοιραστούμε. Οι γιαγιάδες κι οι παππούδες του ντοκιμαντέρ μάς δίνουν το χέρι. Τι λέτε, θα το πιάσουμε;

Βασίλης Λουλές, σκηνοθέτης

ΥΓ. Αφιερώνω το κείμενο αυτό, όπως και την ταινία, στον γιο μου Πέτρο που με ξαναπήρε από το χέρι στο μαγικό κόσμο του παραμυθιού.

Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε το καλοκαίρι του 2013 στα χωριά των Τρικάλων Θεσσαλίας. Προβλήθηκε για πρώτη φορά στα Τρίκαλα τον Δεκέμβριο του 2013 στις Χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις του «Μύλου των ξωτικών»

Παραγωγή: Μια παραγωγή της e-trikala
Υπό την Αιγίδα του ΔΗΜΟΥ ΤΡΙΚΚΑΙΩΝ

Σκηνοθεσία: Βασίλης Λουλές
Σενάριο: Βασίλης Λουλές, Κώστας Μαχαίρας
Μοντάζ: Κινάν Ακάουϊ
Μουσική: Νίκος Κυπουργός
Διεύθυνση φωτογραφίας: Μιχάλης Γερανιός
Β’ Κάμερα-Φωτογραφίες: Μάνος Κριτσωτάκης

Διάρκεια ταινίας: 115′

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ