…Ενώ περπατά με το κεφάλι σκυφτό, βλέπει ξαφνικά στο έδαφος ένα «ντάιμ», δηλαδή ένα νόμισμα των δέκα σεντς, που χρησίμευε τότε στην Αμερική ως τηλεφωνικό κέρμα. Βουτάει το νόμισμα και τρέχει πάλι στον τηλεφωνικό θάλαμο. Κλείνει την πόρτα, αρπάζει το ακουστικό και ρίχνει το νόμισμα μέσα στη συσκευή ενώ το χέρι του πάει στο καντράν του τηλεφώνου. Μα, εκεί που πάει να σχηματίσει το πρώτο ψηφίο ενός αριθμού, σταματά. Η έκφραση του προσώπου του αλλάζει, από τη χαρά στη λύπη. Αφήνει το ακουστικό να κρέμεται και ξαναβγαίνει. Γιατί όμως δεν τηλεφώνησε;
Από αυτό το ερώτημα, στο οποίο οδηγεί μια μαθητική ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους, ο Απόστολος Δοξιάδης ξεκινά μια έρευνα που σε αρκετά σημεία θυμίζει αστυνομική αναζήτηση, προσπαθώντας να βρει την αιτία ενός μεγάλου, ακόμη αθεράπευτου, καημού. Κινείται από το σήμερα στο 1968, από την Αθήνα στην Ουάσινγκτον και πάλι πίσω, με πρόσωπα αληθινά και μυθιστορηματικά να διαπλέκονται και στόχο μια απάντηση που θα ξεκλειδώσει το μυστήριο και θα θεραπεύσει. Μα η απάντηση παίρνει όψεις απατηλές.
Ανάμεσα στο μυθιστόρημα και την αυτοβιογραφία, στην εξομολόγηση και την ανάλυση, το Τηλεφώνημα που δεν έγινε είναι ταυτόχρονα αφήγηση αλλά και αναφορά σε ένα πρόσωπο που, ενώ παίζει τον κυριότερο ρόλο στην ιστορία, κρύβεται συστηματικά από τον συγγραφέα και τον αναγνώστη.