Τι είναι τελικά τα τραγούδια της εξέγερσης; Μια αποθέωση της ποπ κουλτούρας ή ένας σύντροφος της ζωής του σημερινού ανθρώπου; Κίτρινα Γιλέκα, κίνημα Pegida, μαθητική κινητοποίηση FridaysForFuture. Η Ευρώπη βρίσκεται σε αναταραχή. Είναι άραγε η αρχή του τέλους ή μήπως το ξεκίνημα μιας πραγματικής αλλαγής;

Στο Songs of Rebellion (Τραγούδια της Εξέγερσης) στην Κεντρική Σκηνή στις 29 Φεβρουαρίου, σε συνανάθεση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, η συνθέτρια Μπριγκίτα Μούντεντορφ και ο σκηνοθέτης Μίκαελ Χέπνερ, ξεδιπλώνουν έναν βιωματικό χώρο μουσικών, θεατρικών και πολυμεσικών ζεύξεων αντίστασης και αφοσίωσης, όπου η διαφυγή και η κινητοποίηση, η τέχνη και η πολιτική, η σύγχρονη κλασική και η ποπ μουσική, η περισυλλογή και η δράση συνιστούν τόσο την αφύπνιση, όσο και το νανούρισμα της εξέγερσης. Δημιουργούν μια «κοινότητα πρακτικής» (Community of Practice), αποτελούμενη από διάφορα μουσικά σύνολα και καλλιτέχνες, ενώ αφήνονται στην ατομική και συλλογική επήρεια του τραγουδιού για να παρουσιάσουν επί σκηνής την αμφίσημη σχέση του με διάφορες μορφές εξέγερσης.

Αντιφατικά, αντιστασιακά, καταφατικά, παροδικά ή ακόμα και χαμένα, τα τραγούδια διαμαρτυρίας, που έχουν τη δύναμη να ενεργοποιούν διέγερση, λατρεία, μυθοποίηση, οχλαγωγία ή στρατευμένη πολιτική, είναι ένα ιδιόμορφο είδος που μοιάζει αθάνατο και ταυτόχρονα ευάλωτο.

Συντελεστές:

Σύνθεση: Brigitta Muntendorf
Σκηνοθεσία: Michael Höppner
Σκηνικά, Κοστούμια & Σχεδιασμός Προσωπείων: Jule Saworski
Βίντεο: Warped Type (Andreas Huck & Roland Nebe)
Διεύθυνση Ήχου: Maximilian Estudies
Τεχνική Διεύθυνση Παραγωγής, Φωτισμοί: Lukas Becker
Μουσικοί/Ερμηνευτές: Louis Bona (βιόλα), Ευδοξιά Φιλίππου (κρουστά), Till Künkler (τρομπόνι), Carola Schaal (κλαρινέτο), Małgorzata Wałentynowicz (συνθεσάιζερ), Brigitta Muntendorf και Michael Höppner
Συνανάθεση: Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, Ultima Oslo
Με την υποστήριξη του: Kunststiftung NRW, Berliner Senatsverwaltung für Kultur und Europa (Spartenoffene Förderung), Rudolf Augstein Stiftung

Η δράση υλοποιείται στο πλαίσιο του δικτύου Sounds Now, που συγχρηματοδοτείται από το πρόγραμμα «Δημιουργική Ευρώπη» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διαβάστε περισσότερα

Μετά το iScreen, YouScream (2017), το Songs of Rebellion είναι το δεύτερο έργο της Μπριγκίτα Μούντεντορφ και του Μίκαελ Χέπνερ. Σε αυτή τη διαδικασία παραγωγής θα συναντηθούν για πρώτη φορά το Opera Lab Berlin και το Ensemble Garage, δύο σύνολα σύγχρονου μουσικού θεάτρου και σύγχρονης μουσικής, καλλιτεχνικοί διευθυντές των οποίων είναι η Μούντεντορφ και ο Χέπνερ, αντίστοιχα. Και τα δύο σύνολα είναι αφοσιωμένα με διάφορους τρόπους στη θεατρική ερμηνεία, αμφισβητούν παραστασιακές συμβάσεις, ενώ οι μουσικοί τους εμφανίζονται ως περφόρμερ.

Στο έργο συμμετέχουν η Carola Schaal (κλαρινέτο, περφόρμερ), ο Maximilian Estudies (διεύθυνση ήχου), η Jule Saworski (σκηνικά, κοστούμια) και οι Andreas Huck και Roland Nebe aka WARPED TYPE (live-video και visuals), μαζί με πέντε ακόμα καλλιτέχνες που συνεργάζονται συχνά με τους Μούντεντορφ και Χέπνερ. Στο Songs of Rebellion επιχειρούν να δημιουργήσουν μια διαδικασία που ακολουθεί την ιδέα μιας «κοινότητας πρακτικής», στην οποία οι συλλογικές ερμηνείες και οι επιμέρους προβληματισμοί είναι απαραίτητα στοιχεία του απρόβλεπτου καλλιτεχνικού αποτελέσματος.

Η Γερμανοαυστριακή συνθέτρια Μπριγκίτα Μούντεντορφ δημιουργεί μουσική που εγγράφεται στη διατομή διαφόρων καλλιτεχνικών ιδιωμάτων. Φτιάχνει έναν χώρο για πειραματισμό, τόσο με το συνθετικό της έργο όσο και από τη θέση της καλλιτεχνικής διευθύντριας του Ensemble Garage, ενώ αντιμετωπίζει τη μουσική όχι ως αμιγώς ηχητική τέχνη, αλλά σαν ένα κοινωνικό και αισθητικό φαινόμενο σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από την παρουσία των νέων ψηφιακών μέσων.

Η Μπριγκίτα Μούντεντορφ ολοκλήρωσε σπουδές σύνθεσης με τη Younghi Pagh-Paan στο Πανεπιστήμιο Τεχνών της Βρέμης, καθώς και με τον Krzysztof Meyer, τη Rebecca Saunders και τον Johannes Schöllhorn στην Ακαδημία Μουσικής και Χορού της Κολονίας. Έχει λάβει υποτροφίες από το Cité Internationale des Arts του Παρισιού (2010), την Ακαδημία του Ensemble Modern (2012), τη Villa Concordia του Μπάμπεργκ (2014-15) και τη Villa Kamogawa του Κιότο (2017). Το 2014 τιμήθηκε με το Ernst von Siemens Music Prize και, πιο πρόσφατα, το 2017 έλαβε το βραβείο της GEMA (του γερμανικού οργανισμού δημιουργών μουσικής) στην κατηγορία Νέου Ταλέντου.

Ο Μίκαελ Χέπνερ γεννήθηκε το 1980 στο Βερολίνο, όπου σπούδασε θέατρο, λογοτεχνία, μουσικοπαιδαγωγικά και μουσικολογία στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο της πόλης (Freie Universität). Υπήρξε βοηθός δραματουργός στη Volksbühne (2003-5) για τους σκηνοθέτες Frank Castorf, Christoph Marthaler και Martin Wuttke, καθώς και βοηθός σκηνοθέτης των Christoph Schlingensief, Andrea Breth, Sebastian Hartmann, Jan Bosse, Stephan Kimmig, Roland Schimmelpfennig, Alvis Hermanis και Luc Bondy, μεταξύ άλλων, στο Burgtheater της Βιέννης (2007-10). Το 2006 άρχισε να κάνει τις δικές του σκηνοθεσίες για το θέατρο.

Το 2011 άρχισε σπουδές σκηνοθεσίας μουσικού θεάτρου στην Ακαδημία Μουσικής Hanns Eisler του Βερολίνου, πραγματοποιώντας εργαστήρια με τους Barrie Kosky και Jürgen Flimm, ενώ το 2013 επιλέχθηκε στο πρώτο εργαστήριο για σκηνοθέτες που υλοποίησαν οι τρεις όπερες του Βερολίνου. Από το 2014 εργάζεται ως ανεξάρτητος σκηνοθέτης και διδάσκει στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου (TU). Διευθύνει επίσης το ανεξάρτητο σύνολο μουσικού θεάτρου Opera Lab Berlin.