Η γκαλερί The Breeder εγκαινιάζει την Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015 την έκθεση γλυπτικής του Ανδρέα Λόλη, με τίτλο Undercurrents.
Η δουλειά του Ανδρέα Λόλη (γενν. 1970) διαποτίζεται από την επίγνωση του πολιτισμικού βάρους μιας μεγάλης κληρονομημένης γλυπτικής παράδοσης αλλά και την ανάγκη του καλλιτέχνη να αναμετρηθεί με αυτήν την παράδοση και να πραγματευτεί πλευρές της σύγχρονης κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας εν μέσω κρίσης.
Η παρούσα έκθεση συγκροτείται από δύο εγκαταστάσεις που αναπτύσσονται αντιθετικά και αμφίδρομα, σε δύο διαδοχικά επίπεδα του εκθεσιακού χώρου, γύρω από το νοηματικό δίπολο πλεόνασμα-έλλειμμα. Η υπόγεια έννοια της ρευστότητας διατρέχει νοηματικά καθεμία από τις δύο ενότητες αλλά και ορίζει τη μεταξύ τους σχέση. Αγαπημένο υλικό της γλυπτικής του Λόλη παραμένει το μάρμαρο, το οποίο ωστόσο για πρώτη φορά συνδυάζει με ένα άλλο, κατεξοχήν γλυπτικό υλικό, τον πηλό, στο πλαίσιο των αυξημένων αφηγηματικών αναγκών της νέας αυτής δουλειάς του.
Στο ισόγειο της γκαλερί, μια μαρμάρινη επιφάνεια δουλεμένη έτσι ώστε να μιμείται διαβρωμένο από την υγρασία τοίχο προσαρμόζεται πάνω στον πραγματικό τοίχο και παραδίπλα ακουμπά μια μαρμάρινη σκάλα που δείχνει ξύλινη. Η εντύπωση που σχηματίζεται είναι ότι κάποια διαρροή ή αυξημένη παρουσία υγρασίας προκάλεσε τη φθορά του τοίχου και ότι επίκειται ή εκκρεμεί η ανθρώπινη παρέμβαση με σκοπό την (επιφανειακή; οριστική;) αποκατάσταση της ζημιάς.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στο υπόγειο στήνεται ένα ολόκληρο σκηνικό. Στο δάπεδο, ξεραμένος και κρακελαρισμένος πηλός μιμείται αποξηραμένο υδάτινο περιβάλλον ‒ποτάμι, λίμνη, έλος…‒ όπου πάντως επιζεί ακόμα μια ρυθμική και ακανόνιστα διακοπτόμενη σειρά από καλάμια. Αλλά τα καλάμια αυτά, δουλεμένα με αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία σε μάρμαρο, δεν θάλλουν, κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αποστερημένα από το πολύτιμο για την επιβίωσή τους αγαθό, το νερό. Οι οργανικές αυτές φόρμες, αλληγορίες ζωής σε επισφάλεια ‒ιδιαίτερα το τσακισμένο καλάμι δίπλα στην κολόνα‒, αποτελούν ταυτόχρονα και φυσικά εμπόδια, φράχτες. Η εγκατάσταση συνομιλεί και συνεργάζεται με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του χώρου, τόσο τα φέροντα όσο και το αυλάκι και τη σχάρα απορροής του πρώην βιομηχανικού χώρου της γκαλερί.
Κοινός παρονομαστής των δύο εγκαταστάσεων είναι το υγρό στοιχείο, το νερό, είτε διά της πλεονάζουσας και άκαιρης παρουσίας του είτε διά της απουσίας του. Το νερό εκπροσωπεί τους φυσικούς πόρους και τα κοινά αγαθά, στοιχεία απαραίτητα για την επιβίωση, που ωστόσο τα στερούνται μεγάλα τμήματα των σημερινών κοινωνιών με αποτέλεσμα να απειλείται η επιβίωση των τελευταίων. Μέσα από τις ποιητικές εικόνες που δημιουργεί ο καλλιτέχνης, εικόνες παρακμής, μαρασμού και ερημοποίησης, αναδύεται η κριτική του στάση απέναντι σε φαινόμενα του ύστερου καπιταλισμού όπως η ανορθολογική χρησιμοποίηση ή κατανομή των πόρων, η συσσώρευση, οι διαφόρων ειδών αποκλεισμοί και περιχαρακώσεις, η φτωχοποίηση, η κλιματική αλλαγή…
Η προηγούμενη δουλειά του Λόλη χαρακτηρίζεται από την αγάπη για το μάρμαρο ‒ένα ευγενές και χαρακτηριστικά ελληνικό υλικό‒ και τη θεματική του προσήλωση σε ευτελή αντικείμενα που χρησιμεύουν στη συσκευασία και τη μεταφορά καταναλωτικών αγαθών: τσακισμένα χαρτοκιβώτια, κομμάτια φελιζόλ και ξύλινες παλέτες, διασκορπισμένα στον εκθεσιακό χώρο όπως θα τα βλέπαμε σε μια αποθήκη ή στην άκρη του δρόμου. Αυτά τα μαρμάρινα ομοιώματα αρχικά δίνουν την εντύπωση των found objects· όταν όμως τα εξετάσουμε από κοντά ‒ή ίσως τα αγγίξουμε‒ ανακαλύπτουμε ότι πρόκειται για γλυπτά-οπτικές απάτες, δουλεμένα στο μάρμαρο έτσι ώστε να αποδίδονται με εξαιρετική ακρίβεια σχήματα, χρώματα και υφές. Η απόλαυση που προκαλεί το βύθισμα στις ρεαλιστικές λεπτομέρειες των έργων είναι αναμφισβήτητη. Όμως ο εντυπωσιασμός του θεατή, ο αιφνιδιασμός του, ο αποπροσανατολισμός της γνωστικής του λειτουργίας, δεν αποτελούν αυτοσκοπό. Ο Λόλης χρησιμοποιεί τα κλασικά του εφόδια για να αναγάγει στοιχεία μιας ευτελούς και ταπεινής καθημερινότητας στη σφαίρα του μνημειακού αλλά και για να σχολιάσει μια άδοξη πλευρά του σύγχρονου κόσμου: τη χαρακτηριστική για τις καταναλωτικές μας κοινωνίες παραγωγή και απόρριψη σκουπιδιών.
Ήδη στα παλαιότερα αυτά έργα ανιχνεύεται διάθεση κοινωνικοπολιτικής κριτικής, η οποία οξύνθηκε στην πρόσφατη δουλειά του γλύπτη με τίτλο Permanent Residence (που εκτίθεται αυτή την περίοδο στην 13η Μπιενάλε της Λυόν), εμπνευσμένη από τα αυτοσχέδια καταλύματα των αστέγων. Χαρτόκουτα, φελιζόλ και παλέτες παρουσιάστηκαν ως τα απορρίμματα του ενός που γίνονται τα αποκτήματα του άλλου και συγκρότησαν μια τρυφερή εγκατάσταση-φόρο τιμής στην ανώνυμη αυτοσχέδια αρχιτεκτονική του αστικού περιθωρίου και στους αόρατους δημιουργούς της.
Στην τωρινή έκθεση, ο γλύπτης ενδιαφέρεται για πρώτη φορά για οργανικές και για τυχαίες φόρμες και όχι αποκλειστικά για απομιμήσεις αντικειμένων κατασκευασμένων από τον άνθρωπο. Ο εμπλουτισμός του λεξιλογίου του με νέα στοιχεία υπηρετεί την όλο και μεγαλύτερη ανάγκη του να σταθεί κριτικά απέναντι στη σημερινή κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και να μιλήσει για όψεις της κρίσης.
Διονυσία Στεφανοπούλου
Νοέμβριος 2015
Ο Ανδρέας Λόλης (1970) έχει συνεργαστεί για εκθέσεις και project με διακεκριμένους επιμελητές όπως τον Ralf Ruggof (διευθυντή της Hayward Gallery στο Λονδίνο), τον Nicolas Bourriaud (Διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών του Παρίσιου, την Shamim Momin (Διευθύντρια και επιμελήτρια του LAND, Λος Άντζελες, και συν-επιμελήτρια της Μπιενάλε του Μουσείου Whitney το 2004 και το 2008), την Claire Lilly (διευθύντρια του Yorkshire Sculpture Park), τον Tom Eccles (Διευθυντή του Κέντρο Επιμελητικών Σπουδών στο Κολλέγιο Bard), την Ξένια Καλπακτσόγλου (επιμελήτρια και συνιδρύτρια της Μπιενάλε της Αθήνας) και την Νάντια Αργυροπούλου (επιμελήτρια και θεωρητικός τέχνης, συνεργάτης του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ). Αυτή την περίοδο η δουλειά του εκτίθεται στην 13η Μπιενάλε της Λυόν «La Vie Moderne» που επιμελείται ο Ralf Ruggof.