Η Blender Gallery εγκαινιάζει τη νέα χρονιά με την ομαδική έκθεση “Upskirt”! Τα κρυμμένα μηνύματα, τα αινιγματικά χαμόγελα και ο διάχυτος ερωτισμός αναδύονται μέσα από τις γυναικείες φιγούρες του Κωνσταντίνου Μπερδεκλή, του Κώστα Σπανάκη και της Αγγελικής Ερήμου.
Ο όρος “Upskirt” αποτελεί γέννημα της αστικής διαλέκτου και χρησιμοποιείται για τις φωτογραφικές λήψεις που δείχνουν κάτω από την γυναικεία φούστα φανερώνοντας το εσώρουχο και τη γύρω από αυτό «περιοχή». Επίσης, η λέξη χρησιμοποιείται, στην ευρύτερη έννοιά της, για να περιγράψει τις εικόνες από ιδιωτικές στιγμές που απαθανατίζει ο φωτογραφικός φακός.
Οι εικόνες αυτές εξιτάρουν τη φαντασία των θεατών ειδικά όταν πρόκειται για κάποια διάσημη γυναίκα από το χώρο της showbiz που βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής αλλά και του πόθου.
Στην πραγματικότητα, τα μικρά αυτά «ατυχηματάκια» ενέχουν τα στοιχεία του ανήθικου και του απαγορευμένου. Ανήθικος είναι αυτός που αποκαλύπτει μια τόσο προσωπική λεπτομέρεια από το σώμα ή τη ζωή του άλλου δημοσιεύοντας την εικόνα και απαγορευμένο είναι το κοίταγμα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει, όμως, τα παιχνίδια του μυαλού, τις πονηρές σκέψεις και τις ερωτικές φαντασιώσεις.
Η έκθεση με τίτλο “Upskirt” παρουσιάζει έργα που έχουν ως πρωταγωνιστές τις γυναίκες. Το γυναικείο πρόσωπο: τα μάτια και το βλέμμα, τα χείλη και το αινιγματικό χαμόγελο. Το γυναικείο σώμα: τη διαγραμμένη σιλουέτα, τη στάση του κορμιού, το ντύσιμο, το άγγιγμα των αντικειμένων. Η μη γλωσσική επικοινωνία βρίσκεται παντού, τα υπονοούμενα και τα υποδόρια μηνύματα κρύβονται στις λεπτομέρειες.
Ο Κωνσταντίνος Μπερδεκλής παρουσιάζει αναχρονιστικά, μέσω της πρωτότυπης τεχνικής, τη γυναίκα των εξώφυλλων των περιοδικών ασκώντας κριτική στα πρότυπα της μόδας προκαλώντας το θεατή να δει πέρα από αυτό. Στη δουλειά του Κώστα Σπάνακη αποτυπώνεται το κατά λάθος αποκαλυπτικό, το όμορφα προκλητικό και η αθώα μα συνάμα επικίνδυνη γυναικεία φύση ενώ στα έργα της Αγγελικής Ερήμου οι εξιδανικευμένες φιγούρες αφηγούνται τις διάφορες ιδιότητες της σύγχρονης γυναίκας που σε κάποιες περιπτώσεις περιπλέκεται σε μυστηριώδη ερωτικά τρίγωνα.
Οι γυναικείες μορφές εκφράζουν, στην ουσία, τις σκέψεις και την προσωπικότητα πίσω από την εικόνα. Σηκώνοντας τη «φούστα» (upskirt) του φαινόμενου και του ωραίου και κοιτώντας πίσω από τη ζωγραφική επιφάνεια, βλέπει κανείς την εποχή και τα κυρίαρχα πρότυπά της, το χρόνο και το χώρο, τις σχέσεις και τις ιδιότητες των μορφών, τα πιθανά συναισθήματά τους και τις πιθανές προθέσεις τους.
Η χρήση της τυπογραφίας, η γραφιστική αισθητική, οι εντόνες αντιθέσεις και οι εναλλαγές μεταξύ ζωντανών χρωμάτων και λευκού –κενού χώρου, αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία της καλλιτενικής γραφής του Kωνσταντίνου Μπερδεκλή. Η ιδιαίτερη αυτή τεχνική σε συνδιασμό με τις στυλιζαρισμένες γυναικείες μορφές με τις οποίες καταπιάνεται θεματικά, παραπέμπουν σε εξώφυλλα περιοδικών και ανοιγούν τη πόρτα σε κόσμους με τους οποίους είναι έντονα εξοικειωμένος ο θεατής – τους κόσμους της μόδας και της διαφήμισης αντίστοιχα. Οι γυναίκες στη δουλειά του Μπερδεκλή παρουσιάζονται ως σέξι και δυναμικά όντα ασυναγώνιστης ομορφιάς. Ο καλλιτέχνης δεν αφήνει τις αψεγάδιαστες και ρετουσαρισμένες (fashion re-touche) γυναικείες μορφές να ασφυκτιούν στα όρια του καμβά.
Οι πρωταγωνίστριες των εξώφυλλων περιοδικών αποκτούν τρισδιάστατη υπόσταση στα έργα του καλλιτέχνη, αγγίζοντας πλεον το θεατή, το μαγεμένο καταναλωτικό κοινό, το οποίο παθητικά τις εξειδανικεύει. Τα άπιαστα μοντέλα ομορφιάς γίνονται πιο “πραγματικά”, ακολουθώντας τη σύγχρονη γυναίκα στη καθημερινότητα της, εισχωρώντας στο υποσεινήδητό της ως ιδανικά πρότυπα ομορφιάς και σεξαπίλ. Η μετάβαση απο τη ζωγραφική απεικόνηση στην τρισδιάστατη απόδοση των άπιαστων μοντέλων, υπογραμμίζει το ειρωνικό σχόλιο του καλλιτέχνη ως προς την εμπορευματοποιήση της γυναικας. Είναι δύσκολο να ορίσει κανείς το χρονικό πλαίσιο στο οποίο τοποθετούνται τα πρόσωπα, καθώς τα έργα του Μπερδεκλή αποτελούν ενα μείγμα από ρέτρο, σύγχρονα και φουτουριστικά στοιχεί. Ίσως αυτό να είναι και το ζητούμενο, να τονιστεί δηλαδή η εξέλιξη και επιβολή των προτυπων ομορφιάς απο το χθες στο σήμερα και στο αύριο.
Η ματιά του Κώστα Σπανάκη εκθειάζει τον αγνό και καθαρό ερωτισμό της γυναικείας μορφής και παράλληλα τονίζει την επικύνδυνη, μυστηριώδη πλευρά της. Στα έργα του συναντάμε γυναίκες που παραπέμπουν σε θανάσιμες γυναίκες (femme fatale). Γυναίκες που οπλοφορούν, δεν διστάζουν να στοχεύσουν τον εραστή τους και πιθανώς να τραβήξουν τη σκανδάλη. Άλλοτε πάλι η γυναίκα απεικονίζεται ως “κορίτσι της διπλανης πόρτας”. Περιπλανιέται άθελα της μισόγυμνη, απολαμβάνει το κρασί της, ρεμβάζει, αποπλανεί με αφοπλιστικά χαμόγελα.
Στα περισσότερα έργα του Σπανάκη, τα πρόσωπα απουσιάζουν, ενώ τα πιο απόκρυφα και ερωτικά σημεία του καλλίγραμου γυναικείου κορμιού πρωταγωνιστούν. Η προοπτική που υιοθετεί ο καλλιτέχνης δημιουργεί ενα πλαίσιο –“κλειδαρότρυπα”, το οποίο καθιστά τον θεατή κάτι παραπάνω απο απλό παρατηρητή: O θεατής κρυφοκοιτά σαν άτακτo παιδί μέσα απο τη κλειδαρότρυπα το γυναικείο σώμα το οποίο φιγουράρει τόσο διαθέσιμο, τόσο θελκτικό και καλείται να επιστρατεύσει την φαντασία του για όσα δεν είναι στο οπτικό του πεδίο. Σε άλλες περιπτώσεις κατασκοπεύει ως παράτολμος φωτογράφος, ο οποίος, μέσα απο το φωτογραφικό φακό, εστιάζει στα σημεία που τον ενδιαφέρουν μεγενθύνοντάς τα. Με αυτον τον τρόπο ο καλλιτέχνης αφήνει να εννοηθεί ότι οι γυναίκες δε γνωρίζουν πως παρακολουθούνται με αποτέλεσμα να προσδίδεται μια αγνή ιδιότητα στην γύμνια τους, μια γύμνια η οποία δεν μπορεί παρα να προκαλεί βλέματα θαυμασμού.
Η γυναίκα, μέσα από το έργο της Αγγελικής Ερήμου, μοιάζει πότε αποφασιστική και χειραφετημένη και πότε εύθραυστη και παραδομένη στα χέρια ή το φιλί μιας ανδρικής ύπαρξης. Εμπνευσμένη από το πως παρουσιάζουν οι βιομηχανίες της μόδας και της διαφήμισης τα γυναικεία πρότυπα, η ζωγράφος, φωτίζει περίτεχνα το ιδανικό υπονοώντας ότι πίσω από την εικόνα βρίσκεται το εσωτερικό, η πηγή της αληθινής ομορφιάς. Η ρευστότητα που αποδίδεται από τις φαρδιές πινελιές του λαδιού στον καμβά και η απουσία των περιγραμμάτων αποτελούν ένα ακόμη στοιχείο σύνδεσης της παροδικότητας των διαπροσωπικών σχέσεων.
Η Ερήμου τοποθετεί τις μορφές της κάποιες φορές μέσα στο οικείο σπιτικό περιβάλλον και κάποιες άλλες φορές στη φύση ενώ άλλοτε ο χώρος δεν οριοθετείται και με τη βοήθεια της προοπτικής μέσα στο ίδιο το έργο μπορεί το μέσα και το έξω να εναλλάσσονται. Οι εκφράσεις και η γλώσσα του σώματος κρύβουν συναισθήματα αθώα, αδιάφορα, εστιασμένα, διαστροφικά και σκεπτικά.
Τα σώματα αφημένα στον έρωτα ή αναπαυτικά καθισμένα σε επαναλαμβανόμενα, στο έργο της Ερήμου, μοτίβα αποτυπώνουν σκηνές που μοιάζουν σαν αιώνια παγωμένες στο χρόνο ή στο αντίποδα, ενέχουν μια απροσδιόριστη κινητικότητα σα να είναι όλα έτοιμα στον πίνακα να αποκτήσουν ζωή και να αλλάξουν.
Παρατηρώντας την δουλειά της συνολικά, η γυναίκα μοιάζει να βιώνει μια διαρκή εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στη βαθιά επιθυμία να ζήσει εναν λησμονημένο ρομαντισμό από άλλες εποχές και στο ένστικτο της επιβίωσης στη σύγχρονη και σκληρή πραγματικότητα των επιφανειακών ανθρώπινων σχέσεων.