“Η σκιά της μύγας” γεννήθηκε από την ανάγκη μου να μιλήσω για ένα θέμα που με πληγώνει βαθιά. Ζώντας στα Χανιά σχεδόν για μια δεκαετία -από το 2015 μέχρι το 2024- ήρθα σε επαφή με την οικιστική κρίση που έχει επιφέρει ο υπερτουρισμός και η ανεξέλεγκτη εξάπλωση του φαινομένου του airbnb. Κατά την ίδια δεκαετία προέκυψαν δραματικές αλλαγές και στην Αθήνα καθώς και σε άλλα αστικά κέντρα σε ό,τι αφορά στην αγορά των ακινήτων. Επέλεξα να αγγίξω το θέμα από μια απρόσμενη οπτική γωνία. Με ενδιέφερε να φωτίσω την πλευρά του ανθρώπου που έχει μετατρέψει το σπίτι του σε τουριστικό κατάλυμα, γιατί πιστεύω πως αυτή η επιλογή ενέχει μεγάλες αντιφάσεις, γεγονός που μου προσέφερε ένα μεγάλο πεδίο εξερεύνησης.

Το έργο γράφτηκε εξαρχής για να παίζεται σε καφενείο. Ένα παραδοσιακό καφενείο που δεν έχει υποστεί ανακαίνιση, που σερβίρει ακόμα φάβα και κεφτεδάκια, που στους τοίχους του μπορείς να δεις εικόνες και αντικείμενα μιας άλλης εποχής, ένας χώρος με μια αυθεντικότητα που σπανίζει πια. Έχοντας μεγαλώσει στο καφενείο της γιαγιάς μου στη Λευκωσία, αυτός ο χώρος μού είναι ιδιαίτερα οικείος και αγαπητός, έτσι η ιδέα αναδύθηκε πηγαία. Επιπλέον, ήταν ένας τρόπος να τονίσω την επικαιρότητα και την κοινωνική διάσταση του θέματος και να υπενθυμίσω την ανάγκη να ξαναβρεθούμε σε ανθρώπινο επίπεδο, να επικοινωνήσουμε πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτή ήταν άλλωστε και η κοινή μας ανάγκη με τη βασική ηθοποιό της παράστασης -την αγαπημένη φίλη Σοφία Λιάκου- το να μοιραστούμε σκέψεις και προβληματισμούς γύρω από τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Τολμήσαμε να ανεβάσουμε το έργο με την εταιρεία μου, το Θέατρο του παπουτσιού πάνω στο δέντρο, και είχαμε τη χαρά να ενταχθεί στις δράσεις του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Ιδιαίτερη χαρά μας έδωσε και η έκδοση του έργου από την Κάπα Εκδοτική, με επίμετρο της Τζωρτζίνας Κακουδάκη. Έχοντας ολοκληρώσει έναν μεγάλο κύκλο παραστάσεων στον Πειραιά, τη Δραπερσώνα και τον Κορυδαλλό, φέρνουμε τώρα τη δουλειά μας στην Αθήνα, συγκεκριμένα στην “Πολιτεία” στην Ακαδημία Πλάτωνος. 

Βρισκόμαστε λοιπόν σε ένα καφενείο, γιατί το σπίτι της ηρωίδας υποτίθεται ότι βρίσκεται στο ίδιο κτίριο, ακριβώς από πάνω. Η ηρωίδα μας είναι έτοιμη για ένα ταξίδι στο εξωτερικό και έχει κατέβει στο καφενείο με τη βαλίτσα της. Περιμένει να φτάσουν οι Ιταλοί τουρίστες στους οποίους έχει ενοικιάσει το διαμέρισμά της για τις ημέρες που εκείνη θα λείπει, και αμέσως μετά πρόκειται να φύγει. Έτσι ζει. Έτσι έχει οργανώσει τη ζωή της. Τουρίστες αυτοί; Τουρίστας κι εκείνη. Το διαμέρισμά της, όπως συμβαίνει με χιλιάδες διαμερίσματα ανά την Ελλάδα, το έχει μετατρέψει σε κατ’ οίκον ξενοδοχείο απογυμνωμένο από κάθε μνήμη. 

Οι παραστάσεις εκτός θεατρικών χώρων έχουν μια ιδιαίτερη γοητεία. Και πολλές δυσκολίες ταυτόχρονα. Κυρίως για τον ηθοποιό, ο οποίος χρειάζεται να είναι έμπειρος και εξασκημένος στο να παίζει σε μη θεατρικούς χώρους. Να μπορεί να αποδώσει έχοντας τους θεατές σε απόσταση αναπνοής, να είναι σε θέση να ενσωματώσει στην υποκριτική του τα ποικίλα ερεθίσματα που λαμβάνει από το περιβάλλον και το σημαντικότερο να μπορεί να αφουγκραστεί τους θεατές και να τους βοηθήσει να χαλαρώσουν και να αφεθούν στην παράσταση. Γιατί και για τους θεατές είναι μια δύσκολη συνθήκη. Δεν τους προστατεύει το σκοτάδι όπως σε μια συμβατική θεατρική αίθουσα. Είναι εκτεθειμένοι. Αν γελάσουν, αν συγκινηθούν, όλα είναι στο φως. Μέσα σ’ ένα καφενείο, ανάμεσα σε αγνώστους με τους οποίους μοιράζονται μια εμπειρία.

Ο Τάσος Καρακύκλας με τη σκηνοθετική του προσέγγιση έδωσε έμφαση στον λόγο της ηρωίδας, φώτισε τις σιωπές και τις αντιφάσεις της και αξιοποίησε στο έπακρο τις δυνατότητες που προσφέρει το “φυσικό” σκηνικό μας, έτσι ο χώρος του καφενείου προσδίδει στην παράσταση ρεαλισμό και αμεσότητα. Οι θεατές έχουν την αίσθηση ότι δεν παρακολουθούν θέατρο, ότι ακούνε απλά τις σκέψεις μιας γυναίκας με την οποία έτυχε να βρεθούν στον ίδιο χώρο. Σκέψεις που ίσως έχουν κάνει και οι ίδιοι, ή έχουν ακούσει από κάποιο φίλο τους. Ένας εξομολογητικός λόγος γύρω από τις πρακτικές εξευγενισμού των πόλεων, την κουλτούρα των ανακαινίσεων και του airbnb.

“Η σκιά της μύγας” άλλωστε είναι για μας είναι μια κοινωνική παρέμβαση. Ένα θέατρο της γειτονιάς. Κι ένας τρόπος να πούμε πως είναι καιρός να αναλογιστούμε και την προσωπική μας ευθύνη ως προς το νέο τοπίο που διαμορφώνεται. Αυτή τη σκέψη συμπυκνώνει και το τραγούδι στο τέλος του έργου, το οποίο μελοποίησε και ερμήνευσε υπέροχα ο Φώτης Σιώτας. 

Επιμελώς
εκκένωσες τη μνήμη
στα όνειρα στριμώχνεις τη χαρά.
Νοικιάζεις τη ζωή σου σαν διαμέρισμα
δωμάτιο σε προσφορά.

Επικερδώς
παρέδωσες την πόλη
τουρίστες περιμένουν στην ουρά.
Θησείο, Κολωνός, Κυψέλη, Εξάρχεια
αρχαία και σύγχρονη αγορά.

Σφάλισε πίσω σου την πόρτα
γείρε, κοιμήσου μια σταλιά
αχ να ’τανε ο κόσμος όλος
ένα κλειδί σε κλειδαριά.

Τα καφενεία όπου έχουμε παίξει μέχρι σήμερα πλημμυρίζουν από ανθρώπους κάθε ηλικίας. Καθένας εμπλέκεται με το θέμα μέσα από διαφορετική διαδρομή. Προκύπτουν συζητήσεις ανάμεσα στους θεατές και έντονοι προβληματισμοί. Είμαστε πολύ χαρούμενοι με την απόκριση του κοινού και την όλη αλληλεπίδραση. Αυτός ήταν εξαρχής ο βασικός μας στόχος.

Photo Credit: Στέλιος Αγγελίδης, Σίμος Γιαννάκος

Διαβάστε επίσης:

Η σκιά της μύγας, της Βαλεντίνας Παπαδημητράκη σε σκηνοθεσία Τάσου Καρακύκλα στην Ακαδημία Πλάτωνος