“Κλασικός, αυτή η έννοια ίσως να λέει σήμερα λιγότερα απ’ όσα σήμαινε άλλοτε, αλλά τα έργα που τα ονομάζουμε έτσι εμφανίζονται κάθε φορά συγχρονισμένα στην εκάστοτε εποχή, με τους όρους που το θέλει ο αναγνώστης κι όχι επειδή επιβάλλονται από κάποιες προκαθορισμένες και αναλλοίωτες στον χρόνο αξίες” γράφει στον πρόλογο του βιβλίου ο Δημήτρης Ελευθεράκης για τον διαχρονικό όσο και επίκαιρο Σταντάλ.
Γιατί ποιος αμφισβητεί το γεγονός της απληστίας της εξουσίας, της αλόγιστης και ανεξέλεγκτης ασυδοσίας εις το όνομα της διακυβέρνησης όπως ο Σταντάλ υπονοεί στην Δούκισσα του Παλλιάνο; Και ποιος μπορεί να μην υποκλιθεί στην αξία της υπηρεσίας της πατρίδας που παραβλέπει το προσωπικό όφελος και το συναίσθημα του έρωτα για χάρη του πατριωτικού ιδεώδους, όπως συμβαίνει με τον ήρωα στο διήγημα Βανίνα Βανίνι; Ο Σταντάλ, με έναν λόγο σημερινό από το παρελθόν και με την σημαία του ιδρυτή της ρεαλιστικής λογοτεχνίας “εκμεταλλεύεται” τα γεγονότα της εποχής του και τα προσωπικά του βιώματα από το πέρασμά του στην Ιταλία για να μας κάνει κοινωνούς κοινωνικών και ηθικών ζητημάτων που τον απασχολούν και μας απασχολούν ακόμα και σήμερα.
Στο διήγημα Βανίνα Βανίνι είναι καθαρός ο στόχος του συγγραφέα να αναδείξει το θέμα της σωτηρίας ενός έθνους μέσα από το πρόσωπο ενός πιστού του υπηρέτη που βάζει έρωτες και συναισθήματα σε δεύτερη μοίρα όταν πρόκειται να θυσιάσει ακόμα και την ελευθερία της καρδιάς του για να το αποδείξει. Η ηθική και η αφοσίωση σε έναν σκοπό είναι αξίες και αρχές που ψάχνουν υποστηρικτές σε όλες τις εποχές και η αναφορά του Σταντάλ σε αυτά τα ζητήματα μέσα από την αφήγησή του είναι καίρια και σκόπιμη καθώς την Γαλλική επανάσταση την έζησε μεν ως παιδί αλλά ο απόηχός της ήταν τέτοιος που επηρεάστηκε εμφανώς από τα διδάγματα της στην πορεία των χρόνων. Έτσι, ζώντας στην Ιταλία ένιωσε από κοντά την ανάγκη των ανθρώπων για ενότητα μακριά από διχόνοιες και μισαλλοδοξίες και αυτή την ενωτική διάθεση προσπαθεί να καταγράψει. Παράλληλα, έχοντας ο ίδιος γίνει θύμα του έρωτα συγγράφοντας μάλιστα και το “Περί Έρωτος” όπου αναλύει τα πάθη του, τις αδυναμίες του και τις εντάσεις αυτού του φτερωτού ήρωα μπορεί και εντάσσει στην αφήγησή του την δύναμη του και την ορμή της φλόγας του έρωτα. Τι συμβαίνει όμως όταν η πατρίδα καλεί τα παιδιά της σε αγώνα και πάλη για ένα καλύτερο αύριο και πως αντιστέκεται κανείς στον κεραυνοβόλο έρωτα γνωρίζοντας πως στη ζωή δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα; Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία και θέλει σθεναρή αντίσταση η άρνηση σε μία αγάπη που ίσως και να μην βρεθεί ποτέ. Ο καρμπονάρος της ιστορίας βρίσκεται στην εξέλιξη του διηγήματος δέσμιος μίας πλεκτάνης οργανωμένης από την ίδια του την αγαπημένη, η οποία προτίμησε την προδοσία για να τον έχει για πάντα δικό της. Η περίσταση αυτή τον οδηγεί στην απόφαση να μην την ξαναδεί, επιβεβαιώνοντας την αρχική του απόφαση να αφήσει την ανίκητη αγάπη του για εκείνη για να δώσει το παρών στην μάχη της πατρίδας. Τελικά, καμία φορά η λογική ορθώνει ανάστημα και υποτάσσει την καρδιά σε υπακοή.
Στην Δούκισσα του Παλλιάνο ο Σταντάλ επαναφέρει στο προσκήνιο μία προσφιλή του τακτική. Να ανατρέχει δηλαδή στην πρόσφατη για αυτόν ιστορία της Αναγέννησης για να αντλεί διδάγματα για την εποχή του, μία εποχή έντονων και δραματικών πολιτικών όσο και κοινωνικών αναταράξεων. Ίσως βούλησή του να προλάβει τυχόν επανάληψη λαθεμένων μεθόδων του παρελθόντος. Όπως και με τους Τσέντσι, μία ιστορία τραγική που εξελίσσεται στα άδυτα μίας οικογένειας με συγκλονιστική κατάληξη, έτσι και εδώ, η υπόθεση βασίζεται σε αληθινά γεγονότα που συνέβησαν στα μέσα περίπου του 16ου αιώνα σε μία Ιταλία, που δοκιμαζόταν από αλλεπάλληλες ενδοοικογενειακές διαμάχες και ίντριγκες μεταξύ των μελών για την ανάκτηση νευραλγικών θέσεων, ο αγώνας για την εξουσία παραμένει μάστιγα της κοινωνίας. Η αλαζονεία της εξουσίας και η κατάχρηση της βρίσκουν εδώ πρωταγωνιστικό ρόλο και δείχνουν πόσο η ανάληψη της διακυβέρνησης μίας πόλης, μίας περιφέρειας ή ενός έθνους μπορούν να εκτροχιάσουν τον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν σε σφάλματα πολιτικής και ηθικής φύσεως μεταλλάσσοντάς τον σε ένα εργαλείο κατακρεούργησης φραγμών και ορίων. Κανείς όμως δεν ξεφεύγει από τα δίχτυα της θείας δίκης, η οποία τελικά απονέμεται από το “δικαστήριο” της ιστορίας που είναι το πιο δίκαιο και το πιο άρτιο σε κρίση. Σε αυτή την περίπτωση, μία ολόκληρη οικογένεια καλείται να λογοδοτήσει για τα αμαρτήματα, τα παραστρατήματα και τις τρέλες που διέπραξε. Γιατί η αξιοκρατία να έχει παραμεριστεί για να δώσει την θέση της σε μία παράδοση χρόνων και αιώνων όπου η εξουσία μοιράζεται ως τράπουλα ανάμεσα σε μέλη της ίδιας οικογένειας προκαλώντας το μένος του λαού που οργιά απέναντι στην κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος; Και βέβαια σαν να μην έφταναν όλα αυτά στην ιστορία αυτή αναδύεται και το ζήτημα της μοιχείας για το οποίο θα καταδικαστούν σε θάνατο εραστές και ερωμένες, δούκες και δούκισσες, ολοκληρώνοντας μία υπόθεση εκδίκησης που θα θυμίσει την εποχή των ρωμαϊκών χρόνων και την τιμωρία των ενόχων.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Μέρος των Ιταλικών χρονικών και γραμμένα πριν τα μεγάλα μυθιστορήματα που τον εδραίωσαν ως έναν από τους μεγάλους της λογοτεχνίας, όπως το Κόκκινο και το Μαύρο και το Μοναστήρι της Πάρμας, οι δύο ιστορίες μαρτυρούν πως τα ανθρώπινα λάθη δεν έχουν τελειωμό και είναι της μοίρας χαραγμένα αναπόφευκτα συμβάντα, οι έρωτες δεν βρίσκουν πάντα λύτρωση και ανταπόκριση μπλέκοντας έτσι ακανόνιστα τις ζωές των ανθρώπων σε χρόνο αόριστο ενώ οι άνθρωποι, αυτοί οι μικροσκοπικοί περιπατητές και περαστικοί του κόσμου, παραμένουν έρμαια των πιο κρυφών τους αδυναμιών που τους κοστίζουν, τους πληγώνουν και δεν τους μαθαίνουν να μην τις επαναλαμβάνουν.
“”Τι είναι η πατρίδα” αναρωτήθηκε. “Δεν είναι ένα ον στο οποίο οφείλουμε ευγνωμοσύνη για τις ευεργεσίες του, που γίνεται δυστυχισμένο και μας καταριέται όταν παραβούμε το χρέος; Η πατρίδα και η ελευθερία είναι σαν τον μανδύα μου, κάτι που μου είναι χρήσιμο…”
“Έκανα περισσότερα από τον ερωτά μου για σένα”
Το βιβλίο του Σταντάλ, Βανίνα Βανίνι & Η δούκισσα του Παλλιάνο, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.