Το Χαλκηδόνιο Ωδείο διοργανώνει το Φεστιβάλ Πιάνου 2024. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει μια συναυλία του Βασίλη Βαρβαρέσου και της Αλεξίας Μουζά, αλλά και masterclasses με τους δύο διακεκριμένους μουσικούς.
Η συναυλία θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός (Πλ. Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8, Αθήνα), το Σάββατο 30 Μαρτίου 2024 στις 20:00. Ενώ, δίνεται η ευκαιρία και για Masterclasses στο Χαλκηδόνιο Ωδείο Μεταμόρφωσης (Σολωμού 56, Μεταμόρφωση), αλλά και online παρακολούθηση αυτών.
Δείτε αναλυτικά το πρόγραμμα για το Φεστιβάλ Πιάνου 2024 εδώ.
Περισσότερος πληροφορίες για το Χαλκηδόνιο Ωδείο Μεταμόρφωσης και τις δράσεις του εδώ.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
***
-Τι εξακολουθεί να σας γοητεύει στην κλασική μουσική;
Βασίλης Βαρβαρέσος: Είναι απλό. Το γεγονός ότι εξακολουθεί να με γοητεύει! Και δε γοητεύει εμένα, που μπορείς να πεις και ότι βγάζω το ψωμί μου από αυτό. Γοητεύει εκατομμύρια ανθρώπων, κάθε γενιάς, από διαφορετικά μπακράουντ, ήθη, έθιμα – τα περισσότερα από αυτά μην έχοντας καμία σχέση ούτε με την Ευρώπη του 18ου ή 19ου αιώνα, ούτε με τις αρχές που a priori έτρεχαν στο πίσω μέρος του μυαλού των συνθετών. Αυτό δείχνει ότι αυτή η μουσική έχει κάτι το οντολογικά διαφορετικό, που ξεπερνάει χώρο και χρόνο. Είναι, με λίγα λόγια, διαρκώς νέα – διαρκώς ανανεωμένη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ανοίγει ένα μικρό παράθυρο στην έννοια της αθανασίας. Κι αυτό γιατί, απλά, εμπειρικά, ακόμη και σήμερα ένας Ιάπωνας ακούει Μότσαρτ. Αλλά δεν ακούει το τοπ χιτ της Ελλάδας από το 1960.
-Θα ήθελα να μου σχολιάστε πως επηρέασε τη σχέση σας με τη μουσική και το πιάνο η μαθητεία σας με τη Milena Mollova.
Β.Β.: Η κυρία Mollova ήταν η βασική μου καθηγήτρια σε όλη μου την παιδική και εφηβική ηλικία. Με κάποιον τρόπο, συνεχίζει να είναι η πρωταρχική μου καθηγήτρια – κι αυτό γιατί μου δίδαξε πώς να αγαπάω τη μουσική και το πιάνο, πώς να παίρνω στα σοβαρά αυτό το δώρο και πώς να δίνομαι ολόψυχα στο πιάνο, χωρίς δεύτερη σκέψη. Όπως με όλα τα πράγματα, έτσι και με την κυρία Mollova, κατάλαβα πολύ αργότερα πόσο τυχερός ήμουν και με τι θησαυρό συναναστρεφόμουν στη Θεσσαλονίκη – με μία πιανίστρια μαθήτρια του Emil Gilels, νικήτρια μεγάλων διαγωνισμών, η οποία – αν δεν είχε μεγαλώσει στις σκληρές μέρες του κομμουνισμού στη Βουλγαρία, αλλά στις ήρεμες μέρες του Παρισιού π.χ., σήμερα θα ήταν μία από τις πιο γνωστές πιανίστριες πανευρωπαϊκά τουλάχιστον. Την αγαπώ μέσα από την καρδιά μου.
-Ποιο ήταν το αποτύπωμα των Leonid Margarius & Αnna Kravtchenko στην πορεία σας και στον τρόπο που προσεγγίζετε τη μουσική;
Αλεξία Μουζά: Με τον Margarius και την Kravtchenko δούλεψα από τα οχτώ μου μέχρι τα είκοσιτρία μου (με την Kravtchenko υπηρξαν διαστήματα όπου δεν βλεπόμασταν πολύ). Ο Margarius μου εκπαίδευσε το γούστο, το αυτί, το ψάξιμο για τον ήχο, το ρουμπάτο, το λεγκάτο. Ένας πολύ γεμάτος και πλούσιος μουσικά άνθρωπος που δεν είχε καμία τσιγκουνιά στο να μοιραστεί τις γνώσεις του. Αυστηρός αλλά και μαζί τρυφερός, ήθελε να δίνω πάντα τα δυνατά μου και δεν ικανοποιούταν σχεδόν ποτέ. Τον βλέπω σαν τον πατέρα μου στο πιάνο.
Με την Kravtchenko είχαμε άλλη σχέση. Η ίδια είναι μια καταπληκτική πιανίστρια. Μου δίδαξε τη τεχνική, μου έδωσε συμβουλές στην ερμηνεία, μου έδωσε τις βάσεις μικρή στο πώς να μελετάω, πώς να οργανώνω τον χρόνο μου για να κάνω ουσιαστική κι αποτελεσματική μελέτη, πώς να ετοιμάζομαι για διαγωνισμούς χωρίς να «χαώνομαι» με τα τεράστια προγράμματα που ζητούσαν.
Και οι δυο μαζί μου δώσαν μία πολύ στιβαρή σχολή.
-Πώς θα περιγράφατε το πρόγραμμα της συναυλίας που θα πραγματοποιηθεί στις 30 Μαρτίου στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»;
Α.Μ.: Στο πρώτο μέρος θα παίξουμε τη σονάτα για 2 πιάνα έργο 34b του Μπραμς. Ο Μπραμς συνήθως έγραφε για δυο πιάνα τα σχεδιά του για ορχηστρική μουσική. Όμως αυτο το συγκεκριμένο κομμάτι, το έγραψε ολοκληρωμένο. Αφού παρουσιάστηκε, το έγραψε για κουιντέτο. Έιναι ένα έργο μεγαλειώδες. Με πολύ συγκεντρωμένες, αυστηρές μελωδίες, όσο βαθιές και τρυφερές (ειδικά στο τρίτο μέρος). Κάπως ένα στιβαρό έργο θα έλεγα, που έρχεται σε αντίθεση με το έργο που θα παίξουμε στο δεύτερο μέρος: τη σουίτα-φαντασία Ν.1 του Ραχμάνινοφ. Πρόκειται για τέσσερα κομμάτια, βασισμένα το καθένα σε ένα ποίημα (του Lermontov, Byron, Tiutchev και Jomiakov). Τέσσερις διαφορετικές εικόνες-τοπία, φορτωμένες με συναίσθημα και χρώμα, παγωμένες στο χρόνο. Με τον Βαρβαρέσσο θα είναι η δεύτερή μας συνεργασία κι ανυπομονούμε να παρουσιάσουμε αυτό το πρόγραμμα.
-Εσείς, στα Masterclasses που θα δώσετε στο Φεστιβάλ Πιάνου Χαλκηδόνιου Ωδείου, που θα εστιάσετε;
Β.Β.: Στα παιδιά και στο να γίνει η χαρά που υπάρχει όταν έχεις σχέση με τη μουσική και το πιάνο ακόμη πιο μεγάλη.
-Απολαμβάνετε περισσότερο μια πρόβα, μια συναυλία, ή ένα πρώτο παίξιμο μιας σύνθεσης;
Α.Μ.: Και τα τρία πράγματα είναι διαφορετικά. Μια πρόβα είναι υπέροχη όταν γίνεται με ωραίους μουσικούς και υπάρχει μια συνεχής ανταλλαγή, δουλειά, κι ευχαρίστηση στο ψάξιμο της καλύτερης εκδοχής σου. Όταν όμως μπαίνουν τα εγώ του καθένα, και γίνεται σαν πάλη στο ποιός και ποιανού ιδέα θα κυριαρχήσει, εκεί δεν την απολαμβάνω καθόλου. Άρα εξαρτάται πάντα με τα άτομα και τον χρόνο που διαθέτεις. Η συναυλίες είναι πάντα απολαυστικές. Βλέπεις το αποτέλεσμα της δουλειάς σου, παρατηρείς, αφήνεσαι για λίγο μα πάντα με έλεγχο. Σίγουρα είναι διαφορετικό αν παίζω μόνη ή με άλλους. Όταν παίζω ένα έργο για πρώτη φορά είναι πάντα ενδιαφέρον. Σαν να βουτάω σε άγνωστα νερά. Δεν ξέρω τί θα γίνει με τη συγκέντρωση, πού θα νιώσω περίεργα. Περνάς χρόνο στο να μαθαίνεις το έργο, μα στη σκηνή Κάτι αλλάζει. Εκεί μετράει η ετοιμασία που έχω κάνει. Πρέπει να είμαι όσο πιο στιβαρή γίνεται έτσι ώστε και το κάτι να αλλάξει, να έχω τον έλεγχο και την άνεση. Και μετά, συνεχίζει η ωρίμανση του έργου, με κάθε του παρουσίαση.
-Σε μια παλαιότερη συνέντευξη σας είχατε πει πως αφήνετε το πιάνο για ένα μήνα το χρόνο. Θα θέλατε να μας περισσότερα για αυτή σας την επιλογή;
Α.Μ.: Αυτή η παύση βοηθάει, αδειάζει το κεφαλι και το σώμα, γεμίζεις με άλλα πράγματα και μετά γυρίζω στο όργανο με όρεξη. Γιατί μου έχει λείψει, γιατί τα δάχτυλα θέλουν ξανά να δουλέψουν. Σε όλα τα πράγματα κάνει καλό μια μικρή αποχή. Μια απόσταση. Έτσι υπάρχει μια υγιής σχέση.
-Από την πλούσια σταδιοδρομία σας, υπάρχει κάποια ιδιαίτερη στιγμή που θα θέλατε να μοιραστείτε με τις αναγνώστριες/τες του CultureNow;
Β.Β.: Υπάρχουν πολλές στιγμές. Η πιο πρόσφατη, και πιο δυνατή είναι η μέρα που έπαιξα το 2ο Κοντσέρτο του Ραχμάνινοφ με την Ελληνική Συμφωνική Ορχήστρα Νέων, υπό τη διεύθυνση του Διονύση Γραμμένου. Το μόνο που έχει να κάνει κανείς είναι να μπει στο YouTube και να δει το βίντεο της συναυλίας. Και να συνειδητοποιήσει ότι αυτή είναι μία ορχήστρα με παιδιά από την Ελλάδα, από 17 έως το πολύ 25 χρονών. Ότι ο Διονύσης ο Γραμμένος ζήτημα αν έχει πατήσει τα 30. Ότι αυτό που θα δει κάποιος στο YouTube είναι live, είναι στην Αθήνα, έγινε πρόσφατα – δεν είναι κάποιου είδους μυθολογική στιγμή, από κάποιο βαθύ εξωτερικό.
Με λίγα λόγια: για μένα ιδιαίτερη στιγμή είναι το γεγονός ότι έχουμε κάτι να πούμε στο χώρο της κλασικής μουσικής, και αυτό συμβαίνει τώρα. Δεν είναι κάποιου είδους επιθυμία. Είναι μία πραγματικότητα.
Credits κεντρικής εικόνας θέματος: ©️ Yannis Gutmann για τον Β. Βαρβαρεσο | ©️ Photobumanios για την Α. Μουζά