Με το βιβλίο του αυτό ο Ζουλφί Λιβανελί, γνωστός σε όλους μας για το πολιτικό του τραγούδι, καταφέρνει να αποδείξει ότι η τέχνη είναι μία ανεξάρτητα από το πεδίο στο οποίο κινείται κάθε φορά και τη μορφή την οποία παίρνει.
Από την Τέσυ Μπάιλα
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η «Σερενάτα» του είναι ένα μυθιστόρημα που κινείται σε δύο αφηγηματικούς χρόνους. Από τη μια η ιστορία κινείται στα 1941 και από την άλλη στη σημερινή εποχή στην Κωνσταντινούπολη. Μια νέα γυναίκα η Μάγια Ντουράν, υπάλληλος στο πανεπιστήμιο της Ινσταμπούλ αναλαμβάνει να υποδεχτεί έναν σπουδαίο γερμανό καθηγητή, γηραιό τώρα πια και να παραμείνει κοντά του κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί. Γοητευμένη από την προσωπικότητα του καθηγητή η Μάγια θα ζήσει μαζί του μια εμπειρία ζωής που θα τη γυρίσει πολλά χρόνια πίσω, στα 1941 για να της συστήσει την Ιστορία που σάρωνε τις ζωές των ανθρώπων, μεταβάλλοντας κυριολεκτικά τη ζωή τους.
Η Μάγια ωστόσο θα διανύσει και μια προσωπική πορεία αυτογνωσίας, θα πάρει νέες αποφάσεις ζωής και θα επιδοθεί σε ένα κυνήγι του παρελθόντος που θα της αποκαλύπτει κάθε φορά πτυχές ενός μυστηρίου, του μυστηρίου εκείνου που καλύπτει τη ζωή του καθηγητή. Η Μάγια θα ανακαλύψει ακόμη πως λειτουργούν οι πατρίδες του κόσμου, οι εξουσίες, η πειθαρχία απέναντι σ’ αυτές και ο Λιβανελί θα βρει την ευκαιρία να καυτηριάσει όλα όσα στοιχειοθετούν την εξουσία που δεν μπορεί να είναι αθώα σε καμιά περίπτωση, την πατρίδα που συγκρούεται όχι με τους άλλους πολιτισμούς αλλά με τις αλλότριες προκαταλήψεις, τη θέση της χώρας του απέναντι στους Αρμένιους, Εβραίους, Ρωμιούς, τη θέση της γυναίκας στην Τουρκία, τις νοοτροπίες ζωής και τη θρησκεία που προσδιορίζουν τα ανθρώπινα πεπρωμένα σε ένα κείμενο αρμονικό που ισορροπεί ανάμεσα στο χτες και το σήμερα, το παρελθόν και το μέλλον που προσδιορίζει.
Συχνά υπαινικτικός και σίγουρα διεισδυτικός ο Λιβανελί καταμετρά και παρουσιάζει με σκωπτική διάθεση όλες εκείνες τις πολιτικές παραμέτρους που λειτουργούν ως κινητήριος δύναμη στην ιστορική εξέλιξη της παγκόσμιας κοινωνίας. Αφουγκράζεται βαθιά και συμπάσχει στην οδύνη των ηρώων του. Και η αναγνωστική διαδικασία εντείνεται καθώς ο αναγνώστης καταλαβαίνει ότι τελικά αυτό που κάνει το βιβλίο σημαντικά ενδιαφέρον είναι ακριβώς η συναίσθηση της θέσης του ανθρώπου απέναντι στην Ιστορία, τη συγκυρία και το μέλλον του.
Το πλοίο που βυθίζεται στα 1941, το Στρούμα, παίρνοντας μαζί του 769 ανθρώπους μετατρέπεται σε έναν υγρό τάφο γι’ αυτούς και ταυτόχρονα σε έναν τάφο και για όλους όσοι παρέμειναν να ζουν από τα στιγμή αυτή και μετά με τη μοναξιά της νοσταλγίας, με την ανάμνηση της ζωής που θα μπορούσαν να είχαν ζήσει, με το παράπονο του ανεκπλήρωτου, αν πέντε κράτη, η Γερμανία, η Τουρκία, η Ρουμανία, η Βρετανία και η Σοβιετική ένωση δεν είχαν αποφασίσει τη βύθιση του συγκεκριμένου πλοίου.
769 Εβραίοι είναι τα θύματα αυτής της καταστροφής καθώς το πλοίο βυθίζεται αλλά τα μεγαλύτερα θύματα αυτής της ιστορίας δεν είναι μόνο αυτοί και όσοι μένουν πίσω να τους θυμούνται εσαεί, είναι κυρίως η αξία της ζωής, η αξία της συλλογικής συνείδησης, η αλληλεγγύη προς τον συνάνθρωπο, η συλλογική οργάνωση και η ανθρώπινη συνεννόηση, οι αξίες εκείνες δηλαδή που μπορούν να θέσουν σε αφλογιστία όλα όσα επιβουλεύονται οι δυνάμεις που κυβερνούν αυτόν τον κόσμο.
Με τη μέθοδο του εγκιβωτισμού ο Λιβανελί στήνει καλά μια ιστορία ερωτική ανάμεσα στον γερμανό καθηγητή και την εβραία γυναίκα του, εύρημα που θα μπορούσε να μοιάζει κοινότυπο αν ο συγγραφέας δεν κατάφερνε να το απογειώσει αφηγηματικά και να το συνδέσει κινηματογραφικά με τη λύση όλου εκείνου, του σχεδόν αστυνομικού, μυστηρίου που περιβάλλει την πλοκή του μυθιστορήματος.
Συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο χτες και στο σήμερα, στο παρελθόν και το τώρα, στη μνήμη και στη ζωή η περίφημη σερενάτα, ένα μουσικό κομμάτι που νομίζει κανείς ότι ακούγεται σε όλη τη διάρκεια της αναγνωστικής διαδικασίας. Η «σερενάτα» του Σούμπερτ και η «σερενάτα για τη Νάντια», την εβραία γυναίκα του καθηγητή, ένα παλιό βιολί που μεταφέρει στις επόμενες γενιές τη δύναμη του ήχου του, μια θάλασσα αδηφάγα που χωνεύει μέσα της το χτες κι αφήνει τη μελωδία του σήμερα να ξετυλίγεται στην καρδιά ενός σύγχρονου μικρού αγοριού σαν ελπίδα -αφού μόνο όταν η μελωδία της μνήμης, της ζωής, της ιστορικής και κοινωνικής συνείδησης, της πολιτισμικής φιλοσοφίας περάσουν στις επερχόμενες γενιές μπορεί να υπάρξει ελπίδα- είναι όλα όσα αρμονικά συνιστούν τη «σερενάτα» του Λιβανελί. Μια σερενάτα τόσο μελωδική και αρμονική και ταυτόχρονα συγκλονιστική που δικαιώνουν απόλυτα το Λιβανελί για τη μυθιστορηματική του επιλογή.
Και παράλληλα, μια απόλυτη εξύμνηση του τυχαίου καθώς αυτό που σηματοδοτεί το αφηγηματικό κόσμο αυτού του βιβλίου είναι οι τυχαίιες συναντήσεις ανθρώπων μέσα στο διάβα της ιστορίας. Τυχαίες συναντήσεις που αλλάζουν τη ρότα της ζωής τους, που αφομοιώνουν το χαμένο χτες και το μετουσιώνουν σε ένα σπαρακτικό σήμερα για να ανακαλύψουν οι πρωταγωνιστές της ζωής πως ακόμη κι αυτό, το από πριν προσδιορισμένο και αναπότρεπτο τέλος μπορεί να αλλάξει όταν οι άνθρωποι αφεθούν στην αλληλεγγύη της συνύπαρξης, μιας συνύπαρξης που μπορεί να είναι εφικτή όταν οι άνθρωποι αρχίσουν να σκέφτονται τον συνάνθρωπό τους πέρα από φυλετικές, θρησκευτικές, κοινωνικές ή οποιασδήποτε άλλης μορφής διακρίσεις.
Από το οπισθόφυλλο διαβάζουμε:
Όλα ξεκινούν μια κρύα ημέρα του Φεβρουαρίου του 2001, όταν η Μάγια Ντουράν, τριάντα έξι ετών, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων του Πανεπιστημίου της Ιστανμπούλ, υποδέχεται στο αεροδρόμιο της πόλης τον γερμανικής καταγωγής Αμερικανό καθηγητή Μαξιμίλιαν Βάγκνερ, ετών ογδόντα επτά.Εκτελώντας την επιθυμία του καθηγητή, ο οποίος δίδαξε στο ίδιο Πανεπιστήμιο τη δεκαετία του ’30, η Μάγια τον οδηγεί σε μια παραλιακή κωμόπολη έξω από την Κωνσταντινούπολη. Εκεί όπου το 1941 ένα καράβι γεμάτο Εβραίους βυθίστηκε από τους Ρώσους στα παγωμένα νερά της Μαύρης Θάλασσας… Εκεί που θα αρχίσει τώρα να ξετυλίγεται το νήμα μιας μοναδικής ιστορίας αγάπης στη δίνη μιας μεγάλης τραγωδίας της ιστορίας του 20ού αιώνα. Και η Μάγια θα γίνει για πρώτη φορά κοινωνός μυστικών που αφορούν την ίδια της την οικογένεια..
“Εάν το βραβείο Νόμπελ δινόταν σε ένα βιβλίο μονάχα, σίγουρα θα άξιζε να το κερδίσει με ομοφωνία το τελευταίο βιβλίο του Λιβανελί. Είναι συγκινητικό όπως το “Σινεμά ο Παράδεισος” και συγκλονιστικό όπως η “Λίστα του Σίντλερ”
(Σελαχαττίν Ντουμάν, εφημ. “Βατάν”)