Μετά τις πολυβραβευμένες ταινίες «Βιασμός της Αφροδίτης», «Σφαγή του Κόκορα» και «Τάμα», ο Κύπριος σκηνοθέτης Ανδρέας Πάντζης επιστρέφει με την νέα ταινία «Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος». Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο πρωτοεμφανιζόμενος ηθοποιός Χάρης Αμπράζης, τον οποίο είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε και να μάθουμε περισσότερα τόσο για την ταινία όσο και για τον ίδιο.

Συνέντευξη: Ελένη Φιλίππου


CultureNow: Πρώτη κινηματογραφική δουλειά και πρώτη συνεργασία με τον σκηνοθέτη, Ανδρέα Πάντζη Πώς ήταν η εμπειρία σας;

Χάρης Αμπράζης:  Ήταν μια μοναδική εμπειρία. Κάναμε πολύωρες πρόβες και ατελείωτες ώρες συζήτησης για να προσεγγίσω τον ρόλο. Ο κ. Πάντζης είχε έναν Ευαγόρα ”έτοιμο” στο μυαλό του και σε κάθε πρόβα προσπαθούσα να έρθω όλο και πιο κοντά στο ρόλο. Είχα πάντα την αμέριστη βοήθειά του. Στις πρόβες ο Ανδρέας είναι ο πιο ανεκτικός και διαλλακτικός άνθρωπος, όταν όμως μπαίναμε στην τελική ευθεία γινόταν ο πιο απόλυτος και απαιτητικός άνθρωπος. Είναι τελειομανής με ό,τι κόστος και αν συνεπάγεται αυτό. Σε κάθε πρόβα ο Ανδρέας με καθοδηγούσε μέσα από την ψυχαναλυτική ματιά του, που ξεκινούσε από την παιδική ηλικία του ήρωα, εξηγώντας μου πως λειτούργησαν τα παιδικά βιώματα του Ευαγόρα στη σημερινή ψυχοσύνθεσή του. Εμβάθυνε τόσο στην ψυχοσύνθεση του ήρωα, που μετά από κάθε πρόβα ήθελα να βγω μόνος μου να πιώ ένα ποτό και να προσπαθήσω να αφομοιώσω όλα όσα μου είπε. Με έριξε σε πολύ βαθιά νερά και τον ευχαριστώ που με βοήθησε να μάθω να κολυμπάω. Δε θα ξεχάσω τη διαπεραστική ματιά του. Παρόλο που δεν εξέφρασα ποτέ την ανησυχία μου για το αν θα τα καταφέρω, το καταλάβαινε, και μου έλεγε ”μη φοβηθείς, θα τα καταφέρουμε”. Ένοιωθα πάντα ότι υπήρχε μια δυνατή συμμαχία ακόμα και όταν στα γυρίσματα ήταν τόσο απαιτητικός, όπου μεταξύ σοβαρού και αστείου συνήθιζα να λέω ”φέρατε και βούρδουλα κύριε Πάντζη;”. Πλέον ο Ανδρέας είναι για μένα ένας από τους καλύτερούς μου φίλους και αποτελεί σημείο αναφοράς.

C.N: Η ταινία γυρίστηκε σε Κύπρο και Βουλγαρία. Πώς ήταν οι συνθήκες των γυρισμάτων;

Α.Π: Είχαμε δύσκολα γυρίσματα και οι απαιτήσεις ήταν μεγάλες. Σκεφτείτε ότι στη σκηνή με τη βάρκα, βγάλαμε τα μικρόφωνα και τα παραδώσαμε στο συνεργείο, γιατί βρισκόμασταν στα πιο επικίνδυνα νερά της Βουλγαρίας και το λιμενικό σώμα ήταν σε επιφυλακή. Τόσο στην Κύπρο όσο και στη Βουλγαρία οι συνθήκες ήταν δύσκολες αλλά και ευχάριστες ταυτόχρονα. Ήμασταν μια δεμένη ομάδα και το πνεύμα συνεργασίας κυριαρχούσε.

C.N: Στις δύο προηγούμενες ταινίες του Ανδρέα Πάντζη, ο Ευαγόρας ήταν ο Γιώργος Χωραφάς. Τώρα, ο Ευαγόρας είστε εσείς, ενώ ο Χωραφάς υποδύεται τον Μιλέν, το αδελφικό φίλο του Ευαγόρα. Πιστεύετε ότι συνδέει κάτι κοινό τον «δικό σας» Ευαγόρα με τις προηγούμενες ταινίες; Μιλήσατε σχετικά με αυτό με τον σκηνοθέτη προτού ξεκινήσετε τα γυρίσματα;

Α.Π: Ναι, το συζητήσαμε αυτό από τις πρώτες μέρες των προβών. Ο Ευαγόρας που ενσαρκώνω είναι ένας μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος σε αντίθεση με τους προηγούμενους δύο. Όμως, τόσο ο Ευαγόρας στην ταινία ”Το Τάμα” όσο και ο Ευαγόρας στην ταινία ”Η Χαρά και η Θλίψη του Σώματος” είναι συμπαθείς στο θεατή, παρόλο που διαπράττουν άδικες πράξεις, γιατί είναι άδολοι και αυτό τους κάνει ιδανικά θύματα στα σχέδια των επιτήδειων. Βλέποντας αυτές τις δύο τελευταίες ταινίες του Ανδρέα κατάλαβα ότι το να εξαπατηθεί ένας άνθρωπος σίγουρα δεν έχει να κάνει με τη μόρφωση και την καλλιέργειά του. Ο Ευαγόρας του Τάματος πιστεύω ότι είναι εύπιστος διότι κατάγεται από ένα μικρό και αποκλεισμένο -εκείνη την εποχή- τόπο, την Πάφο. Είναι ένας άδολος, αταξίδευτος και αγνός επαρχιώτης. Ο Ευαγόρας της Χαράς και της Θλίψης του Σώματος είναι μεν άδολος, αλλά κυρίως η έλλειψη του πατέρα και η προβολή του πατρικού προτύπου στο πρόσωπο του Μιλέν, είναι αυτό ακριβώς που ο Μιλέν εκμεταλλεύεται για να τον χειριστεί ώστε να του αποσπάσει την τυφλή εμπιστοσύνη του.

C.N: Πώς ήταν η εμπειρία σας από τις κοινές σκηνές που είχατε με τον Γιώργο Χωραφά;

Α.Π: Είναι μεγάλο σχολείο να συνεργάζεσαι με τον κ. Χωραφά. Είναι ένας χορτάτος άνθρωπος που χαίρεται να βοηθάει. Είναι τόσο δοτικός που από τις πρώτες πρόβες κατάφερε να αποκτήσουμε ένα δυνατό κώδικα επικοινωνίας. Αν και γνωρίζει ότι αποτελεί πρότυπο για κάθε νέο ηθοποιό, πάντα με αντιμετώπιζε σαν ίσο και επεδίωκε να έχω άποψη, να προτείνω, να δοκιμάζω. Του χρωστάω πολλά και τον ευχαριστώ ολόψυχα. Είναι μεγάλη μου χαρά που η συνεργασία μας αυτή εξελίχθηκε σε μία ουσιαστική φιλία.

C.N: Ο ήρωας που υποδύεστε στην ταινία, ο Ευαγόρας κουβαλάει στα βιώματά του την προσφυγιά καθώς και την ορφάνια από έναν πατέρα, που είτε αγνοείται (κατά την μητέρα) είτε είναι νεκρός (κατά τον Ευαγόρα). Σε τι βαθμό σας ακουμπάει η ιστορία του;

Α.Π: Όντως, αν και η ταινία δεν πραγματεύεται την προσφυγιά, το βίωμα της προσφυγιάς είναι βαθιά ριζωμένο στην ψυχή του ήρωα και είναι λογικό αφού σε λίγες στιγμές ο ήρωας έχασε Πατρίδα, Σπίτι, Φίλους και τον Πατέρα του. Η προσφυγιά, κατά τη γνώμη μου, είναι μια κατάσταση απόγνωσης και τίποτα δε φέρνει τον άνθρωπο σε πραγματική απόγνωση όσο ο θάνατος και η αδικία. Και η προσφυγιά κρύβει πολλές φορές θάνατο και πάντοτε αδικία. Από τα όσα έχουν ειπωθεί για την προσφυγιά, αυτό που πιστεύω ότι φανερώνει το μέγεθος αυτού του δεινού, είναι η φράση: ”Αν ο ξεριζωμός ήταν τα μάτια μου, θα τα ξερίζωνα”. Με συγκινεί ο χαρακτήρας του ήρωα, γιατί ενώ είναι εύθραυστος και αδύναμος προσπαθεί να σταθεί στα πόδια του, έχει πάντα το κεφάλι ψηλά και παράλληλα στηρίζει τη μητέρα του σε βαθμό να γίνεται “γονέας” του γονιού του, έχει δηλαδή έντονο το αίσθημα της οικογένειας και αυτή την περηφάνια που μας χαρακτηρίζει σαν λαό, και όλα αυτά χωρίς να γίνεται γραφικός.

 

C.N: Μου έκανε εντύπωση στην ταινία, ο τρόπος που ο Ευαγόρας αντιμετωπίζει τις γυναίκες. Είναι σαν να τις βλέπει  βάσει του σχήματος «μητέρα-πόρνη-παναγία». Δεδομένου ότι η ταινία χρονικά τοποθετείται μέσα στο 2000, δεν είναι λίγο αναχρονιστικό να επικρατεί μια τέτοιου είδους αντίληψη για την γυναίκα;

Α.Π: Ο Ευαγόρας ξέρει να αγαπά και να συγχωρεί. Δεν τον ενδιαφέρει να είναι ο πρώτος στην ερωτική ζωή της γυναίκας που αγαπά αλλά ο τελευταίος. Ας δούμε όμως μία-μία τις πτυχές αυτού του σχήματος που αναφέρατε. Μητέρα= φροντίδα, πόρνη= ερωτική έλξη, παναγία = πίστη. Με αυτή σας την ερώτηση με κάνετε να σκεφτώ αν είναι λίγο αναχρονιστική ή λίγο διαχρονική αυτή η αντίληψη, ή μήπως δε διαφέρω σ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετώπισης και πολύ από τον Ευαγόρα; Πριν μου θέσετε αυτή την ερώτηση πίστευα ότι περισσότερο διαφέρω παρά μοιάζω με τον Ευαγόρα. Ειλικρινά όμως και για μένα που με θεωρώ σύγχρονο και βρισκόμαστε, πλέον, στο 2014, είναι βασικές προϋποθέσεις στην επιλογή της συντρόφου μου το να με φροντίζει, να με έλκει ερωτικά και να θέλει μόνο εμένα.

C.N: Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, ο Ευαγόρας μιλάει αγγλικά. Σας δυσκόλεψε αυτό;

Α.Π: Ναι πάρα πολύ, είχα να έρθω σε επαφή με τα αγγλικά σχεδόν 20 χρόνια.

C.N: Πώς είναι τα πράγματα στην Κύπρο για έναν ηθοποιό που ξεκινάει τώρα την καλλιτεχνική πορεία του; Προέκυψαν νέες επαγγελματικές προτάσεις μετά την ταινία;

Α.Π: Να σας πω ότι με κολακεύετε και να διευκρινίσω ότι δεν κατάγομαι από την Κύπρο αλλά από τη Θεσσαλία, συγκεκριμένα από την Καρδίτσα και για να προσεγγίσω την ντοπιολαλιά των Κυπρίων έκανα σχεδόν ένα χρόνο μαθήματα. Οι ντοπιολαλιές στην ηπειρωτική Ελλάδα διαφέρουν πολύ από τις ντοπιολαλιές στα νησιά και αυτό με δυσκόλεψε αρκετά. Όσον αφορά στο θέμα εργασία, απ’ όσο γνωρίζω έχουν δυσκολέψει τα πράγματα και στην Κύπρο. Αισθάνομαι τυχερός και οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ανδρέα τόσο γιατί μετά από την ταινία προέκυψαν προτάσεις συνεργασίας, όσο και γιατί ο ίδιος μου πρότεινε να συνεργαστούμε και στην επόμενη του ταινία, κι αυτό για μένα είναι μια νέα πρόκληση.

C.N: Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας.

Α.Π: Εγώ σας ευχαριστώ για τη δυνατότητα που μου δώσατε να εκφράσω τις απόψεις μου.

Η νέα ταινία του πολυβραβευμένου Κύπριου σκηνοθέτη Ανδρέα Πάντζη, με τίτλο Η χαρά και η θλίψη του σώματος, με τη συμμετοχή του Γιώργου Χωραφά έρχεται στις κινηματογραφικές αίθουσες από 6 Φεβρουαρίου 2014.