Αυτήν την περίοδο, σε έναν ιδιαίτερο χώρο, το HOOD art space παρουσιάζεται η νέα παράσταση της bijoux de kant,«Μάθε με να φεύγω». Το έργο, που φέρει την υπογραφή του Άκη Δήμου, αποτελεί ένα ακατάτακτο έργο που άλλοτε φλερτάρει με το, ξεχασμένο σήμερα, είδος του μπουλβάρ, άλλοτε με το ψυχολογικό θέατρο δωματίου, άλλοτε με τις ιστορίες μυστηρίου κι άλλοτε με τα παλιά, αισθηματικά ρομάντσα των περιπτέρων. Και που ενώ ονειρεύεται πως είναι δράμα, κρατάει σφιχτά το χέρι της κωμωδίας.

Στο ρόλο της Αγνής συναντάμε τον Χάρη Χαραλάμπους Καζέπη, ο οποίος μίλησε στο CultureNow για το έργο και τον χαρακτήρα που υποδύεται.

***

-Θέλετε να μας πείτε για κάτι που σας γοήτευσε κατά την πρώτη ανάγνωση του κειμένου του Άκη Δήμου «Μάθε με να φεύγω»;

Ο Άκης Δήμου είναι ένας μάστορας της γραφής και σ’ αυτό ειδικά το έργο το αποδεικνύει περίτρανα.  Ο τρόπος που γλιστράει από το ένα θεατρικό είδος στο άλλο στο «Μάθε με να φεύγω» είναι πραγματικά απολαυστικός και σε συνδυασμό με την συνεχώς ανατρεπόμενη και μη αναμενόμενη εξέλιξη της πλοκής, έκαναν την πρώτη ανάγνωση του κειμένου να μοιάζει με ταξίδι σε έναν κόσμο τόσο «άλλο» και τόσο ελκυστικό ταυτόχρονα. Δεν είναι αυτό γοητευτικό; Επίσης, δεν μπορώ φυσικά και να μην αναφερθώ στην υπέροχη χρήση της ελληνικής γλώσσας και τη μουσικότητα του κειμένου αυτού.

-Ο μύθος του Οδυσσέα και της Πηνελόπης έχει διασκευαστεί και επανεμφανιστεί σε νέα κείμενα, σε πολλές και διάφορες εκδοχές. Τι μας κάνει να επιστρέφουμε σε αυτήν την ιστορία και αυτούς τους χαρακτήρες; 

Τι μας κάνει να αναζητούμε συνεχώς ο καθένας την δική του «Ιθάκη»;  Τι μας έκανε να φύγουμε από αυτήν και γιατί πασχίζουμε με όποιο κόστος να επιστρέψουμε; Εμένα μου μοιάζει σαν αυτό να είναι η ανατομία της ανθρώπινης περιπέτειας.  Το ανεκπλήρωτο που βασανίζει τον καθένα και μας κάνει να κυνηγάμε την ουρά μας μέχρι να γίνουμε ο «Κανένας» και να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής στην «Πηνελόπη» που πληρώνει το τίμημα με την πιστή αφοσίωση και τη μη ζωή της. Όλα αυτά τα έχουμε ανάγκη. Έχουμε ανάγκη το μύθο, το παραμύθι ως σανίδα σωτηρίας από μια καθημερινότητα αμείλικτη. Έχουμε ανάγκη τα ταξίδια του νου, την πίστη στην κινητήρια δύναμη του έρωτα και την πίστη στην πολυμήχανη μας ικανότητα για επιβίωση. Γιατί μπορεί τελικά και να μην φύγουμε ποτέ …

-Ο ρόλος σας, γραμμένος αρχικά για γυναίκα ηθοποιό, εμφανίζεται εδώ με έναν ιδιαίτερο τρόπο, όπου κάπως σαν η έννοια του φύλου να διασκεδάζεται. Αποτέλεσε αυτό πρόκληση για εσάς; Πώς αποφασίσατε να προσεγγίσετε το ρόλο της Αγνής;

Το τραύμα δεν έχει φύλο. Όπως ούτε και η μοναξιά και η ματαίωση. Κλήθηκα να προσεγγίσω, από τον σκηνοθέτη της παράστασής μας Γιάννη Σκουρλέτη, ένα τραυματισμένο πλάσμα. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι αυτό το πλάσμα είναι μια γυναίκα ή ένας άντρας ή οποιασδήποτε άλλης ταυτότητας. Η πρόκληση ήταν στο να προσεγγίσω όσο πιο βαθιά, ειλικρινά και συναισθητικά γίνεται το τραύμα και την διαχείριση του έτσι όπως μας το παρέδωσε μέσα από το έργο του ο συγγραφέας. Το αν συμπεριφορικά η ερμηνεία κινείται εγγύτερα στο φάσμα της θηλυκότητας αυτό μάλλον προέκυψε γιατί εκεί το τραύμα είναι ακόμη πιο βαθύ και έντονο. Οφείλουμε να το φωτίζουμε ο καθένας με τον τρόπο του και την τέχνη του.

Photo Credit: Αλέξανδρος Σκουρλέτης

-Υπάρχει κάτι που σας εξέπληξε στο συγκεκριμένο ανέβασμα από τον Γιάννη Σκουρλέτη;

Με εκπλήσσει κάθε φορά η ιδιαίτερη ευαισθησία με την οποία προσεγγίζει ο Γιάννης τα κείμενα. Επίσης η αμφισβήτηση των στερεοτύπων παντός είδους, ακόμα και σε ότι αφορά την υποκριτική, είναι κάτι που ως ηθοποιό με γοητεύει και με αφορά άμεσα και αυτό ο Γιάννης το κάνει με απίστευτη γενναιότητα και πίστη.

-Τι μπορείτε να μας πείτε για την ιδιαίτερα προσεγμένη αισθητική ταυτότητα της παράστασης;

Όποιος έχει παρακολουθήσει συστηματικά τις παραστάσεις της bijoux de kant, σίγουρα έχει παρατηρήσει ότι το αισθητικό τους μέρος αποτελεί έναν πολύ ισχυρό πυλώνα της δραματουργίας. Εμένα ως θεατή πάντα με γοήτευε αυτή η υψηλή αισθητική που κυριαρχούσε στις παραστάσεις της ομάδας από τα σκηνικά, κοστούμια, φώτα, μουσική κ.λ.π., και λαχταρούσα ως ηθοποιός να ενταχθώ κάποια στιγμή σε αυτό το σύμπαν. Ε, το σύμπαν φαίνεται με άκουσε (τρεις φορές μέχρι στιγμής) και ιδού!

-Πώς επηρεάζει ο σκηνικός χώρος τη δική σας ερμηνεία; Καθώς και την αλληλεπίδραση σας με τους άλλους ηθοποιούς της παράστασης;

Έχω την τεράστια τύχη να συνυπάρχω επί σκηνής με δύο εξαιρετικούς ηθοποιούς, ανεκτίμητο δώρο αυτή η συνύπαρξη, τον Θανάση Δήμου και τον Στέλιο Δημόπουλο. Ο σκηνικός χώρος που έφτιαξε και επιμελήθηκε με τόση φροντίδα ο Νίκος Παπαδόπουλος, εξελισσόταν και διαμορφωνόταν κατά την διάρκεια των προβών μας σα να ήταν ένας τρίτος συμπαίχτης. Και αποδείχτηκε ένας πανάξιος και πολύτιμος συμπαίχτης! Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί σίγουρα μας βοηθά να αφήσουμε πίσω μας την καθημερινότητα και να μεταπηδήσουμε ομαλά στον χώρο του αντιηρωισμού και της νοσταλγικής μελαγχολίας του «Μάθε με να φεύγω».

Photo Credit: Αλέξανδρος Σκουρλέτης

-Αν θέλετε να ξεχωρίσετε κάποια ατάκα της Αγνής που συνοψίζει την ουσία της σα χαρακτήρα;

«Υπάρχουν νύχτες που μετράνε σαν χρόνια.»

-Και αν ήταν να επιλέξετε ένα τραγούδι που την αντιπροσωπεύει;

«Έλα γι’ απόψε», στίχοι/μουσική: Χρήστος Χαιρόπουλος.

-Ως ηθοποιός πώς νιώθετε όταν συμβάλλετε στο να γνωρίσει το κοινό ένα έργο σαν το «Μάθε με να φεύγω»;

Μια μικρή κρυφή-φανερή υπερηφάνεια για τα συναισθήματα και τις τυχόν μετακινήσεις που μπορεί να προκαλέσει στο κοινό αυτό το έργο, όπως επίσης και χαρά για την ανάδειξη της ελληνικής δραματουργίας.

Photo Credits κεντρικής εικόνας θέματος: Evita Skourleti

Διαβάστε επίσης:

Μάθε με να φεύγω, του Άκη Δήμου στο bijoux de kant HOOD art space