«Τα φορέσιμα της Παράδοσης»: Κοσμήματα από κεντήματα και υφαντά της ελληνικής λαϊκής τέχνης & παραδοσιακής φορεσιάς.
Οι επί πολλών ετών επισκέψεις μου στις υπαίθριες ελληνικές αγορές (παζάρια), τόσο εντός Αττικής όσο και στην ευρύτερη ενδοχώρα, στα παλαιοπωλεία της επαρχία και των νησιών μας με ώθησαν πιο πολύ από ένστικτο παρά με γνώση, στην αγορά ταλαιπωρημένων κολιέ, μεταλλικών στοιχείων και νομισμάτων στολισμού τοπικών ελληνικών φορεσιών, ποδόγυρων, κεντημάτων, υφαντών, καθώς και σπαράγματα από πόρπες, κομμάτια από ζώνες και ατόφιες παραδοσιακές φορεσιές που με παρέπεμψαν στην ελληνική λαϊκή τέχνη και παράδοση, τόσο της κεντητικής όσο και της υφαντικής και της μεταλλοτεχνίας.
Χωρίς προβληματισμό για την προέλευσή τους, την εποχή ή την θεματική και την τοπογραφική ένταξή τους, βρέθηκα με μια μικρή συλλογή υλικών σχετικών με τις φορεσιές της παράδοσής μας. Την γνώση της τεχνοτροπίας, της ονομασίας και της χρήσης τους, μού έδωσαν οι επισκέψεις μου από το 2016 έως και σήμερα στα Μουσεία (κυρίως της Αθήνας) και οι πυκνές εικονογραφήσεις, πλούσιες σε πληροφορίες στα λευκώματα και στους καταλόγους των Μουσείων από όλον τον ελλαδικό χώρο.
Πληροφορίες και γνώση που τελικά με ώθησαν στην ιδέα τη μεταφοράς-σύνθεσης και σύνδεσης των υλικών που είχα στα χέρια μου σε ένα «πάντρεμα» του παρελθόντος μας με το παρόν για μία έκθεση με κύριο θέμα Το κόσμημα από κεντήματα και υφαντά της παράδοσής μας.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Κομμάτια από την ελληνική κεντητική, την υφαντική, την αργυροχοΐα και τη μεταλλοτεχνία, συνδέθηκαν σε περιδέραια ή επιστήθια κοσμήματα, δημιούργησαν σκουλαρίκια και βραχιόλια με βασικό σκοπό και μέλημα να συνδυάσω μέσα από την τέχνη του κοσμήματος την μακρόχρονη ανά τους αιώνες ελληνική παράδοση με μία σύγχρονη οπτική, τονίζοντας την αξεπέραστη αξία της διαχρόνικότητάς της.
-Χριστίνα Αθανασούλα-Μαντζαβίνου
Σεπτέμβριος 2024
Φορώντας σκίρτημα ομορφιάς, συνδέοντας ίχνη χρόνου
Το πόσο εξονυχιστική υπήρξε η έρευνα και παθιασμένη η φαντασία, το πόσο ευφυής και ακριβής ο σχεδιασμός και έλλογη η ένθεση των νέων στοιχείων, το πόσο επίπονη και επιδέξια στάθηκε, τέλος, η χειρωνακτική εργασία της Χριστίνας Αθανασούλα-Μαντζαβίνου που ονειρεύτηκε και γέννησε τη συναρπαστική ετούτη συλλογή, το βλέπουμε σε κάθε της μονάκριβο τεχνούργημα. Το πόσο τολμηρή, διαδραστική και καινοτόμα είναι η σύνθεση των σπάνιων και ετερόκλητων μικρών περιστατικών ύλης, το διαπιστώνουμε και στη συνέχεια, μελετώντας τα επιμέρους δομικά συστατικά που αναγράφονται αναλυτικά στον υποδειγματικό υπομνηματισμό των έργων, αιφνιδιαζόμενοι από την τιθασευμένη αρμονική συνύπαρξη τόσων πολλών και διαφορετικών απτών ψιθύρων.
Τα φορέσιμα στολίσματα της δημιουργού, είναι κάτι πολύ περισσότερο από καλλωπιστικά κοσμήματα ή γλυπτές φόρμες. Κάτι πολύ πιο πολύπλοκο και, κυρίως, έμψυχο, από εκείνο που θα αντιστοιχούσε ως τυπικά αναγνωρίσιμο είδος στα συμβατικά ονοματισμένα «περιδέραια, ενώτια, επιστήθια και περικάρπια» της συλλογής. Τα φορέσιμα στολίσματα της δημιουργού, είναι ένας ολόκληρος κόσμος πατριδογνωσίας, διάσωσης, μεταβατικής ενόρασης, ενδοσκοπικής μεταποίησης και αισθητικής μετενσάρκωσης.
Τα υβριδικά φορέσιμα της Χριστίνας Αθανασούλα-Μαντζαβίνου, γεννήθηκαν μέσα από τους πολυετείς της περιπάτους με τον Τάσο σε παλαιοπωλεία, παζάρια και υπαίθριες αγορές. Μέσα από την επίμονη διεκδίκηση λαφύρων ύπαρξης και παίγνιου, θησαυρών λαϊκών μα και ευτελών κατάλοιπων που σταδιακά έβρισκαν τη θέση τους. Αποτολμήθηκαν πλέον, τώρα, σαν ποθητό και πιθανό πεδίο έμπνευσης και επαναπροσέγγισης, ως λογική συνέχεια και συνέπεια των πυκνών της επισκέψεων σε μουσεία και συλλογές ιδιωτικές, ως νέα υλικά τεκμήρια καταγεγραμμένης και διασταυρωμένης γνώσης που προσφέρθηκε από φίλους. Ταυτίστηκαν και επισφραγίστηκαν μέσω και της ακάματης μελέτης σχετικής βιβλιογραφίας, που άφησε ορατά τα ίχνη της χρήσης επάνω σε βιβλία εξαντλημένα που έγιναν φύλλο και φτερό.
Με σεβασμό και προσοχή σχολαστική, η Χριστίνα Αθανασούλα-Μαντζαβίνου, διασώζει και ενθέτει στον εκθεσιακό κατάλογο, δίπλα σε κάθε έργο της, την αρχική μορφή των θραυσματικών κειμηλίων που οδήγησαν την ίδια. Τα «Φορέσιμα της Παράδοσης», όπως αρέσει στη δημιουργό τους να τα αποκαλεί, αποτελούν νέες αναγνώσεις του νεότερου ελληνικού ενδυματολογικού σύμπαντος. Μια γοητευτική συνθήκη ανακύκλωσης που, περήφανη για τις καταβολές της, έχει τη δυνατότητα να είναι μόδα. Μια συναρπαστικού προσωπικού ιδιώματος επανάχρηση του πολιτισμικού μας παρελθόντος και των σπαραγμάτων του, αλλά και μια ενότητα ένσαρκης εξοικείωσης με τις αθέατες ιστορίες άλλων γυναικών, που η δημιουργός με τρυφερότητα εμπιστεύεται σε όσες γυναίκες θα θελήσουν να τη μοιραστούν ως διαχρονία κάλλους και εντέλει και να τη διασώσουν, κρατώντας και φορώντας την.
-Ίρις Κρητικού
Αρχαιολόγος, Ιστορικός της Τέχνης
Το όραμα της Χριστίνας για επανεισαγωγή του παραδοσιακού στοιχείου (σε μορφή κοσμήματος) στις σύγχρονες ενδυματολογικές προτάσεις έχει παλαιά και μακρά ιστορία. Οι τοπικές φορεσιές, αναπόσπαστο μέρος των οποίων αποτελεί το κόσμημα, υπήρξε αντικείμενο ενασχόλησης πολλών επιστημόνων και καλλιτεχνών. Από την εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, η παραδοσιακή ένδυση, αρχίζει να αναγνωρίζεται ως ένα αληθινά ανόθευτο δείγμα της λαϊκής τέχνης. Στα τέλη του 19ου αιώνα το ενδιαφέρον γίνεται πιο συγκεκριμένο, οργανώνεται και συστηματοποιείται.
Με αυτήν την τάση εναρμονίζονται και τα χειροποίητα κοσμήματα της Χριστίνας Αθανασούλα -Μαντζαβίνου, η οποία επιπροσθέτως εισάγει τον όρο «φορέσιμα» («terminus technicus»), για τις συνθέσεις από παραδοσιακά «σπαράγματα» που δύνανται να εμπλουτίσουν το σύγχρονο ένδυμα με αυτό που η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα ονόμαζε «άρωμα εντοπιότητας».
Στον κόσμο του σήμερα κάθε κόσμημά της προσμοιάζει σε φυλακτήριο μνήμης και βασκαντήρα στην ολοένα και περισσότερο επικρατούσα ομοιομορφία της μετανεωτερικότητας. Η μαγνητική έλξη του βλέμματος από κάθε κόσμημα της Χριστίνας, δημιουργεί μυστική συνομιλία με το θεατή και καθιστά αμφίβολη τη διάκριση υποκειμένου και αντικειμένου.
Επιπλέον, όπως χαρακτηριστικά τονίζει η θεματοφύλακας του θρακιώτικου πολιτισμού Αγγελική Γιαννακίδου, «κάθε δημιουργία νέου από το παλαιό, με πρόθεση την αναφορά στην εντοπιότητα, ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας για μια βιώσιμη ανάπτυξη και μια κυκλική οικονομία με σεβασμό στη φύση και τα υλικά της».
Προσωπικά, ακόμα κι αν το αύριο διαψεύσει την «προφητεία», προτιμώ για το σήμερα τον ανοικτό ορίζοντα μιας ζωηφόρου πλάνης από τον θάνατο μιας αδιέξοδης παραδοχής. Άλλωστε, μόνο στο όραμα χαρίζεται ένα αύριο χωρίς αιδώ για το χθες που το δημιούργησε.
-Πρωτ. Περίανδρος Ι. Επιτροπάκης
Αρχαιολόγος στο Υπουργείο Πολιτισμού
Προϊστάμενος Εκθέσεων, Επικοινωνίας & Εκπαίδευσης στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας
Νεάπολη Εξαρχείων, 25 Οκτωβρίου 2024
Χριστίνα Αθανασούλα-Μαντζαβίνου:
Γεννήθηκε στο Μετς το 1968.
Σπούδασε Γραφιστική, Σχέδιο και Αφίσα στη Σχολή Βακαλό art&design. Παράλληλα παρακολούθησε και μαθήματα φωτογραφίας στον ΑΚΤΟ.
Κύριο μέλημά της είναι συνήθως η σύνθεση ετερόκλητων υλικών – παλιών και νέων -, υλικά από τη φύση, υφάσματα και νήματα ανασυνθέτοντας και ενώνοντάς τα. Γυρίζοντας σε παζάρια και υπαίθριες αγορές, ταξιδεύοντας και ψαχουλεύοντας εντοπίζει: χάντρες vintage, πετρώματα, ημιπολύτιμες πέτρες, αλυσίδες, πόρπες, σκουλαρίκια, κορδέλες, τρέσσες, κεντήματα και υφαντά που προσπαθεί να τα μπερδέψει-συνθέσει σε ένα κόσμημα.
Κοσμήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε ομαδικές εκθέσεις μουσείων της Ελλάδας και σε γκαλερί της Αθήνας.
Σημεία διάθεσης:
- Ιστορικό Αρχείο Ύδρας, Ύδρα
- Β&Ε Goulandris Foundation/Ίδρυμα Β&Ε Γουλανδρή, Παγκράτι, Αθήνα
- IANOS ArtShop-Golden Hall- Μαρούσι
Ζει και εργάζεται στο Νέο Ψυχικό.