H ιδέα για να ανέβει στο θέατρο το βιβλίο της Μαρία Φαφαλιού ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ 343. Μαρτυρίες από το Δρομοκαΐτειο ήρθε με τρόπο φυσικό και ήταν αποτέλεσμα συμπτώσεων, αλλά και συνειδητών επιλογών μέσα στα χρόνια. Η σύμπτωση έγκειται στο γεγονός του ότι στο οικογενειακό μου περιβάλλον υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται στο χώρο της ψυχικής υγείας και διαθέτουν βιβλιοθήκες με πολύτιμο υλικό. Το ψάξιμο, η περιέργεια και το προσωπικό ενδιαφέρον για την προφορική ιστορία καθώς και η πεποίθηση πως οι αληθινές αφηγήσεις διαθέτουν μεγαλύτερη δυναμική και ενδιαφέρον από τη μυθοπλασία με οδήγησαν στην ανακάλυψη αυτού του σπάνιου υλικού που πρώτη φορά ανεβαίνει στο θέατρο. Δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που μου μπαίνει η ιδέα της υλοποίησης μια θεατρικής παράστασης βασισμένης σε πραγματικές μαρτυρίες. Η πρώτη φορά ήταν με το βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη Συρματένιοι. Ξεσυρματένιοι. Όλοι. Μία συλλογή από πραγματικές μαρτυρίες Χιωτών που έφυγαν από το νησί, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, προς Τουρκία και Μέση Ανατολή. 

Η Ιεράς Οδός 343 προέκυψε από σχέσεις προσωπικές αλλά και επαγγελματικές που είχα με τα δυτικά προάστια της Αθήνας, από την περίοδο της εφηβείας. Η ιερά οδός και το πέρασμά μπροστά από το Δρομοκαΐτειο ήταν στην καθημερινότητά μου για αρκετά χρόνια και δεν περνούσε ποτέ απαρατήρητο. Ένα πέρασμα και μια καθημερινή ρουτίνα που μάλλον άφησε ένα υποσυνείδητο αποτύπωμα. Στις συνειδητές επιλογές εντάσσεται το γεγονός του ότι έχω υπάρξει για ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα (εθελόντρια) επιμορφώτρια θέατρου στο ΚΕΘΕΑ (ΝΟΣΤΟΣ). Μια επαφή που ξεκίνησε με το που είχα τελειώσει τις σπουδές μου στη δραματική του Θεάτρου Τέχνης. Όπως επίσης και η επαφή μου με τη θεατρική ομάδα της επανένταξης του 18ΑΝΩ στην οποία υπήρξα βοηθός σκηνοθέτη. Ας μη ξεχνάμε πως για αρκετά χρόνια μέχρι να αποκαλυφθεί το κολαστήριο της Λέρου αρκετοί χρήστες ναρκωτικών ουσιών οδηγούνταν εκεί, αλλά και σε άλλα ιδρύματα: «χωρίς δικαστές, χωρίς συνήγορο υπεράσπισης. Για μια καταδίκη χωρίς αδίκημα» όπως θα πει χαρακτηριστικά ένας ψυχικά ασθενής όταν βρέθηκε καθηλωμένος με λουριά μέσα στο Ίδρυμα. 

Όλα τα παραπάνω, άλλοτε χωρίς πρόθεση και άλλοτε ηθελημένα, καλλιέργησαν μέσα στα χρόνια ένα προσωπικό ενδιαφέρον για τους ψυχικά πάσχοντες. Για τους ανθρώπους που διαχρονικά εγκαταλείπονται που παραμένουν στο περιθώριο και που απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο της περίφημης συμπερίληψης. Αν η παράσταση γίνει η αφορμή να ανοίξει ένας ελάχιστος διάλογος για την ψυχική ασθένεια, για το όραμα της αποασυλοποίησης που εγκαταλείφθηκε κάπου στα μισά και για το οποίο κάποιοι λίγοι θαρραλέοι έχουν πασχίσει θα είμαστε, ως ομάδα, ιδιαίτερα ευτυχείς. Μακριά από διδακτισμούς και στομφώδης διάθεση ο στόχος μας είναι να ακουστούν κάποιες από τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων και να απευθυνθούμε σε ένα πλατύ κοινό. Τα λόγια ενός ψυχικά ασθενούς προς τη συγγραφέα του βιβλίου, (κατά τη διάρκεια της έρευνάς της στο Δρομοκαΐτειο) είναι χαρακτηριστικά: «Γραψτε για μας, γράψτε για τη ζωή του καθενός μας… Όχι, δεν μας πειράζει να μας ρωτάτε, δεν μας ενοχλεί. Ίσα ίσα μας κάνει καλό». 

Το σπουδαίο βιβλίο της Μαρίας Φαφαλιού δεν είναι θεατρικό, αλλά μία έρευνα πάνω στην ψυχική ασθένεια και την ιστορία του Δρομοκαϊτείου, ξεκινώντας από την ίδρυσή του το 1887 μέχρι και τη δεκαετία του 90. Από αυτά έπρεπε να γίνει μια δουλειά και μια επιλογή κειμένων. Το πρώτο βήμα ήταν να βρεθούν οι κατάλληλοι άνθρωποι που θα αγκαλιάσουν και θα στηρίξουν την ιδέα. Ο σκηνοθέτης Βασίλης Παχουνδάκης, ο μουσικός και δεύτερος αφηγητής της παράστασης Φίλιππος Δραγούμης, αλλά και ο σκηνογράφος Έβης Χρήστου ενθουσιάστηκαν στο άκουσμά της και τη στήριξαν έμπρακτα. 

Έχοντας, λοιπόν, ως αφετηρία τα σημεία εκείνα που θέλαμε να αναδειχθούν προχώρησα στη δραματουργική επεξεργασία. Μια διαδικασία δύσκολη γιατί το υλικό της Μαρίας ήταν αρκετά μεγάλο και κάποιες φορές με ιατρικοκεντρικό ενδιαφέρον και αρκετά εξειδικευμένο. Κάτι το οποίο αποφασίσαμε πως πρέπει να αποφύγουμε. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν γίνεται αναφορά στις βάναυσες μεθόδους που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα. Κάποιες από τις οποίες εφαρμόζονται ακόμα και τώρα, όπως οι καθηλώσεις. Όμως θελήσαμε να αναδειχθούν περισσότερο οι ιστορίες εκείνες που δίνουν έμφαση στην οδυνηρή καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων, μέσα από τις δικές τους αφηγήσεις, αλλά και τον τρόπο που αντιμετωπίζονται από συγγενείς, φίλους και κοινωνικό περίγυρο. Εκ των πραγμάτων, γνωρίζαμε πως δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε για όλα. Γι αυτό λέμε πως η παράσταση θα θέλαμε να λειτουργήσει ως αφορμή για ένα ζήτημα που δεν εξαντλείται εύκολα. 

 Και γιατί να πρωτομιλήσει κανείς άλλωστε; Για το στίγμα και τον κοινωνικό αποκλεισμό, για τα στερεότυπα που κουβαλάμε όλοι εμείς οι «υγιείς». Για τη λεπτή εκείνη διαχωριστική γραμμή που μας χωρίζει από την τρέλα; Για τις άθλιες μεθόδους που συνεχίζουν να εφαρμόζονται μέσα στα ιδρύματα; Για το στίγμα που υφίστανται οι ψυχικά πάσχοντες ή για τον ρόλο που παίζουν οι «σημαντικοί άλλοι» στην πορεία του ψυχικά ασθενούς και στη ισότιμη ένταξή του στην κοινωνία των «υγιών».

Θα κλείσω με τα λόγια του Φιλύρα ο οποίος έζησε για χρόνια και πέθανε μέσα στο Δρομοκαΐτειο. Και τα οποία εκφράζουν το μέγεθος της οδύνης και της απανθρωποποίησης που υφίστανται ένας άνθρωπος όταν παραμένει για μεγάλα διαστήματα μέσα σε ίδρυμα. 

«Τι κόσμος Θεέ μου…Κόσμος δυστυχής κι απόκοσμος. Αν ρωτήσεις τους νοσοκόμους ποιος είναι ο τάδε ή ο δείνα παράφρων, σας απαντούν, δίχως να το θέλουν, δίχως να το συναισθάνονται… Ήταν, δεν είναι. Ήταν…Τώρα; Δεν είναι κανένας…».

Photo Credit: Βασίλης Παχουνδάκης

Διαβάστε επίσης:

ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ 343 – Μαρτυρίες από το Δρομοκαΐτειο, της Μαρίας Φαφαλιού στο Μπάγκειον