Από τον Κάδμο (τον σκύλο του Μουσείου της Θήβας) μέχρι τον Ξενοφώντα (τον γάτο του Μουσείου της Λήμνου που τον χαιρετίζουμε ιδιαίτερα εδώ στη Μύρινα, στον τόπο που εκτυλίσσεται η ιστορία του), η συνεργασία της ζωγράφου Φωτεινής Στεφανίδη με τον αρχαιολόγο, ποιητή και συγγραφέα Χρήστο Μπουλώτη έχει αποδώσει έως τώρα είκοσι επτά βιβλία για παιδιά και ενηλίκους, με σταθμούς όπως: Το άγαλμα που κρύωνε, Ο γάτος της οδού Σμολένσκη, Τα 24 παράλογα της αλφαβήτας, Σπαράγματα απουσίας, Η παράξενη αγάπη του αλόγου και της λεύκας, Η επανάσταση των παλιών παιχνιδιών.
Παραμυθένιες ιστορίες, ποίηση, λογοτεχνία από τη μια, και σχέδια, εικόνες, πίνακες, χαρακτικά από την άλλη. Κι ανάμεσα σημειώσεις, προσχέδια, κείμενα και ίχνη φίλων, αντικείμενα, αθέατοι σχολιασμοί, αυτοβιογραφικές αναφορές, πίνακες και σχέδια επηρεασμένα θεματικά, βήματα μιας ζωής που συνεχίζεται «στον ίδιο αστερισμό». Μια διαδρομή φιλίας, λόγου και εικόνας είκοσι τριών χρόνων, μια παραμυθένια έκθεση για όλες τις ηλικίες.
Μετά την παρουσίαση στην Αθήνα (Γκαλερί «7») τον περασμένο χειμώνα, επιλεγμένα έργα συνοδευόμενα από αποσπάσματα λόγου θα παρουσιαστούν στον πολυχώρο «Αποθήκη» στη Μύρινα της Λήμνου.
«Όποιον δρόμο κι αν παίρνουμε, συναντιόμαστε πάντα στο ίδιο σταυροδρόμι», έχει δηλώσει ο Χρήστος Μπουλώτης για τη συνεργασία του με τη Φωτεινή Στεφανίδη• και ισχύει απολύτως. Ένα σταυροδρόμι, ωστόσο, που δεν προσδιορίζεται εύκολα, γιατί και οι δύο ψαύουν πάλι και πάλι τις διαδρομές τους.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Οι λέξεις του Χρήστου Μπουλώτη έρχονται από πολύ παλιά. Η ιδιότητα του αρχαιολόγου τον έχει ασκήσει στο να ανασκάπτει εις βάθος το παρελθόν και εντός του. Ένα παρελθόν που ο ίδιος επίσης γνωρίζει ότι είναι εξαιρετικά σύγχρονο. Έτσι, όποια κι αν είναι η αφετηρία του, θα μας μιλήσει για πράγματα τωρινά, προσαρμοσμένα στη γλώσσα των παιδιών που κρατάει ακέραιο το ενδιαφέρον της και για τους μεγάλους• γλώσσα ποιητική και ζωγραφική. Ο ίδιος μιλώντας για το παραμύθι θα διευκρινίσει τον στόχο του εκφράζοντας ταυτόχρονα και την αγωνία του για την επίτευξή του: «η αφηγηματική αφετηρία και το σκηνικό, όπου βάζω να εκτυλίσσεται η εκάστοτε δράση είναι μέσα στους δικούς μας καιρούς, στους τωρινούς κοινωνικούς, ή όποιους άλλους προβληματισμούς. Η αβίαστη σύζευξη παραμυθικών συστατικών και αναγνωρίσιμης, βιωμένης πραγματικότητας είναι ο αμετακίνητος στόχος μου. Τον πέτυχα;». Θεωρώ αυτονόητη την καταφατική απάντηση.
Η Φωτεινή Στεφανίδη εκκινεί από μια εγγενή ευαισθησία που την έχουν θωπεύσει οι μικρασιατικές της καταβολές, προσανατολίσει οι νεότερες ιστορικές περιπέτειες του ελληνισμού και πραγματώσει το ταλέντο, οι σπουδές της και η σκληρή δουλειά. Βυθίζεται στον λόγο, καλοδιαλέγει χρώματα και υλικά υποδοχής, σχεδιάζει το βιβλίο και προσπαθεί, όχι απλώς να μην προδώσει το κείμενο, αλλά, όσο μπορεί, να το αναδείξει. Ορατά και τα δικά της ψαυσίματα• το μολύβι που σχεδιάζει, διάφανα χρώματα, οι μικρές λεπτομέρειες σε μια ποικίλη επανάληψη που συνθέτουν αναγνωρίσιμες υπογραφές της• σκόρπια γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου ανιχνεύονται στις ζωγραφιές της και προσδίδουν αυτή την αίσθηση της γραφής που είναι κι αυτή εικόνα.
Πώς γίνεται η αντάμωση στο ίδιο σταυροδρόμι των δύο δημιουργών; Δεν μπορώ να γνωρίζω, αλλά μοιάζει ως οι διαφορετικές τους πορείες να έχουν τόσα κοινά, ώστε, όταν οι δυο τους συναντώνται να έχουν ήδη προσυμφωνήσει για το πώς θα μορφοποιηθεί η συνομιλία λόγου και εικόνας. Ξεφυλλίζεις τα βιβλία τους και νιώθεις να ελαφροπατούν και οι δυο κοντά σου, να σου λέει ο ένας, να σου δείχνει ο άλλος• κι εσύ να μπαίνεις σε κείνο το κουκούλι που υπήρξε η ποδιά της γιαγιάς• να ακούς και να βλέπεις.
Ο Χρήστος Μπουλώτης έχει γράψει για την Φωτεινή Στεφανίδη ότι η ζωγραφική της δεξιοτεχνία και η ιδιόλεκτη ευαισθησία της ταξιδεύει τον λόγο του πολύ πιο πέρα από όσο στόχευε ο ίδιος. Αλλά για τον αναγνώστη που παραμυθιάζεται από τον λόγο του Χρήστου Μπουλώτη είναι εμφανές ότι αυτό ισχύει και για τον ίδιο• κι εκείνος σπρώχνει πιο πέρα τις ζωγραφιές της Φωτεινής. Πρόκειται για τον «ερωτικό λόγο» ενός ποιητή και μιας ζωγράφου• τον λόγο ανάμεσα στον μοναχικό ποιητή και τη μοναχική ζωγράφο, αυτή που αποστήθιζε τα λόγια του κι όσο βαστούσε η απαγγελία, έκανε τις ζωγραφιές της. «Όμορφη σαν τις ζωγραφιές της» η ζωγράφος, «όμορφος σαν τα ποιήματά του» και ο ποιητής («Του ποιητή και της ζωγράφου έρωτας και πολιτεία», Εκδόσεις Σίγμα, 2003). Και οι δυο, έστω και για λίγο, όσο κρατάει η ανάγνωση, όσο διαρκεί η περιδιάβαση στην έκθεση, αποδιώχνουν τα «κακόβουλα πνεύματα» της πόλης και μας κερνούν μια φέτα ώριμο, ζουμερό, αυγουστιάτικο καρπούζι.
Γεωργία Κακούρου-Χρόνη, επίτιμη επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης
Φωτεινή Στεφανίδη
Γεννημένη στην Αθήνα το 1962, η εικαστικός Φωτεινή Στεφανίδη -κόρη του ζωγράφου Γιάννη Στεφανίδη- ολοκλήρωσε σπουδές ζωγραφικής στην ΑΣΚΤ Αθήνας με δάσκαλους τους Γιάννη Μόραλη και Δημήτρη Μυταρά. Από το 1988 έχει παρουσιάσει τη δουλειά της σε είκοσι ατομικές και πολλές ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής, χαρακτικής και εικονογράφησης στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα περίπου εκατό βιβλία παιδικής λογοτεχνίας, λογοτεχνίας ενηλίκων και ποίησης με εικονογραφήσεις της, με τη συνεργασία της με τον αρχαιολόγο και συγγραφέα Χρήστο Μπουλώτη να ξεχωρίζει.
Έχει δημιουργήσει συλλεκτικές, χειροποίητες εκδόσεις και έχει ασχοληθεί με το γράψιμο. Ανάμεσα στις είκοσι δύο ελληνικές και διεθνείς διακρίσεις που έχει αποσπάσει, ξεχωρίζουν η BIB Plaque Βρατισλάβας (2001), τα κρατικά βραβεία εικονογράφησης (2003, 2007 και 2011), η Golden Pen Βελιγραδίου (2005 και 2013), η Plaquette Βελιγραδίου (2010), τα βραβεία του ελληνικού παρατήματος της ΙΒΒΥ (1995, 2005, 2011 και 2018), το βραβείο ΕΒΓΕ (2007), καθώς και οι υποψηφιότητές της στους διαγωνισμούς H. Ch. Andersen (2004), A. Lindgren (2008) και BNF (2009).