Παρίσι, Γενάρης-Ιούνης 1985, Βαστίλη. Κάθε νύχτα ένας τύπος, ονόματι Όσκαρ, κολλάει στους τοίχους μια αφίσα που απεικονίζει ένα θύμα άγριων βασανιστηρίων. Ο Βικτόρ Μπλενβίλ, ο φωτογράφος-συλλέκτης της υπό κατεδάφιση περιοχής της Βαστίλης, συναντά ένα βράδυ τον παράξενο αφισοκολλητή. Ο φόβος και η βία έχουν δώσει ραντεβού… Πρελούντιο σε μια σειρά από «ατυχήματα», εξαφανίσεις και δολοφονίες, με θύματα Αργεντίνους εξόριστους, φίλους του Βικτόρ και θαμώνες του Λα Μπόκα, ενός καμπαρέ ταγκό στην οδό Ροκέτ.

Στο Μπουένος Άιρες ξεκινά η δίκη των στρατιωτικών που ήταν στην εξουσία από το 1976 έως το 1984, των υπεύθυνων για τις φρικαλεότητες που κατάγγειλαν οι Μάνες της Πλατείας του Μάη. Στο Παρίσι απλώνονται φήμες, εικασίες και υποψίες… Για κάποιο «Τάγμα Θανάτου», μια ομάδα δολοφόνων που ήρθε να εξοντώσει μερικούς ενοχλητικούς μάρτυρες…

Η πλατεία της Βαστίλης, κατεστραμμένη από τις μπουλντόζες, τα ψέματα, οι αρνήσεις, η ντροπή, το πάθος για τη ζωή, τα πτώματα στη σειρά και οι άδικοι θάνατοι… μέσα σε όλα αυτά υπάρχει υλικό για κάτι περισσότερο από ένα θλιμμένο ταγκό.

Ζαν-Φρανσουά Βιλάρ – Πληροφορίες για τον συγγραφέα

Ο Jean-François Vilar (αληθινό όνομα Patrick Yves André Zabel) γεννήθηκε το 1947 στο Παρίσι και πέθανε στην ίδια πόλη το 2014 από καρκίνο του πνεύμονα.
Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του néo-polar μυθιστορήματος.

Στα έργα του αναμειγνύει θέματα όπως η μυστική πόλη, η φωτογραφία, η τέχνη και η λογοτεχνία (ιδίως ο σουρεαλισμός), η ιστορία και οι επαναστάσεις (1789, 1917, 1968).
Υπήρξε τροτσκιστής ακτιβιστής, ηγέτης των Comités de défense des appelés (CDA), που συντονίζονταν από έναν υπόγειο μηχανισμό της Ligue Communiste, η οποία μετονομάστηκε σε LCR τον Σεπτέμβριο του 1973. Από το 1976 έως το 1981, ήταν μόνιμος δημοσιογράφος της εβδομαδιαίας εφημερίδας Rouge, όπου εργάστηκε μαζί με τον Ντανιέλ Μπενσαΐντ (Daniel Bensaϊd) και τράβηξε πολλές φωτογραφίες από τις διάφορες δραστηριότητες του LCR.

Το 1981 παραιτήθηκε από τη Rouge και το LCR. Άνεργος, σκεφτόταν να γράψει ένα νουάρ μυθιστόρημα (δήλωνε: «Ποτέ δεν μου άρεσε η αστυνομική λογοτεχνία, αυτό που με ενδιαφέρει είναι η λογοτεχνία των παραβατών»), όταν, τον Αύγουστο του 1981, είδε την προκήρυξη ενός διαγωνισμού στο περιοδικό Télérama. Έγραψε το Είναι πάντα οι άλλοι που πεθαίνουν, το οποίο κέρδισε το Grand Prix du roman noir Télérama το 1982.

Ο ίδιος έλεγε ότι επηρεάζεται από τρεις προσωπικότητες: τον Λέον Τρότσκι, τον Ντάσιελ Χάμετ (Dashiell Hammett) και τον Μαρσέλ Ντισάν (Marcel Duchamp). Από τον τελευταίο δανείζεται την πόλη όπου γεννήθηκε για να ονομάσει τον πρωταγωνιστή του (Μπλενβίλ) και το επιτάφιο επίγραμμα «Εξάλλου, είναι πάντα οι άλλοι που πεθαίνουν» για να τιτλοφορήσει το πρώτο του μυθιστόρημα.