Πώς μπορεί η τυχαία συνάντηση ενός εγκαταλελειμμένου εννιάχρονου αγοριού και ενός ιδιότροπου μεσήλικα που επικοινωνεί με νοήματα, να τους χαρίσει αυτό που τους λείπει περισσότερο;
Ο μικρός Ιάσονας προσπαθεί μάταια να φροντίσει την καταθλιπτική του μητέρα όταν μια μέρα εκείνη αποφασίζει να τον εγκαταλείψει σε ένα πανηγύρι στη Βόρεια Ελλάδα. Ο φοβισμένος μικρός βρίσκει καταφύγιο σε μια καλύβα στο δάσος, όπου ζει ο μοναχικός Μηνάς, ο οποίος κρύβει τα δικά του σκοτεινά μυστικά, όπως το «Ζίζοτεκ», και μαζί θα ζήσουν το δικό τους παραμύθι. Μια συγκινητική ιστορία για τη λαχτάρα για οικογένεια και οικειότητα.
Ο μαγικός κόσμος του μικρού Ιάσονα πλαισιώνεται από τις ερμηνείες των Πηνελόπη Τσιλίκα («Μικρά Αγγλία»), Δημήτρη Ξανθόπουλου («Έρωτας Μετά») και του πρωτοεμφανιζόμενου νεαρού Αύγουστου Λάμπρου-Νεγρεπόντη, που παρασύρουν τον θεατή στα παραμυθένια ορεινά τοπία (διεύθυνση φωτογραφίας: Χριστίνα Μουμούρη) και στα μυστηριακά έθιμα της Βορείου Ελλάδας.
(Διάρκεια 92᾽, Δράμα)
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Βαρδής Μαρινάκης
Σενάριο: Βαρδής Μαρινάκης & Σπύρος Κρίμπαλης
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Χριστίνα Μουμούρη
Καλλιτεχνικοί Διευθυντές: Πηνελόπη Βαλτή, Σταύρος Λιόκαλος
Μοντάζ: Λάμπης Χαραλαμπίδης
Μουσική: Θοδωρής Ρέγκλης
Κοστούμια: Εύα Γουλάκου
Ήχος: Γιάννης Αντύπας, Περσεφόνη Μήλιου, Κώστας Φυλακτίδης
Εφέ: Ixor VFX, Kinematic, Μιχάλης Γκιόκας
Casting: Athens Casting & Τατιάνα Βέρμπη
Ηθοποιοί: Αύγουστος Λάμπρου-Νεγρεπόντης, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Πηνελόπη Τσιλίκα, Νίκος Γεωργάκης
Συμπαραγωγοί: Ixor VFX, 235, Neo Films, Union Films
Με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου & της ΕΡΤ
Παραγωγός: Κωνσταντίνος Βασίλαρος
Σημείωμα Σκηνοθέτη
Για τη ταινία: “Ήταν μια βροχερή μέρα, επτά χρόνια πριν, όταν μου ήρθε η ιδέα του τέλους της ταινίας. Ήμουν πάνω στη μηχανή μου κι ο χρόνος σταμάτησε, το ολισθηρό οδόστρωμα με αιφνιδίασε, το γρασίδι με αγκάλιασε. Βρέθηκα ξαπλωμένος αγκαλιά με τη μηχανή, ήμουν καλά δεν είχα χτυπήσει και το μυαλό μου ταξίδευε πολύ πολύ μακριά. Αυτό που ονειρεύτηκα τότε είναι πλέον πραγματικότητα, λίγες γρατζουνιές και μώλωπες μείναν από το ταξίδι, περήφανος για όλους τους συνεργάτες που με βοήθησαν και βγήκαμε όλοι πιο δυνατοί από αυτή τη μεγάλη περιπέτεια. Ζίζοτεκ, μία λέξη που δεν υπάρχει, μία λέξη που άκουσα στη μέση μίας νύχτας να λέει στον ύπνο της η γυναίκα μου κι ένα όνειρο που είδα δέκα χρόνια πριν γέννησαν την ταινία αυτή.”
Για τους χώρους και locations: “Στις ταινίες μου η φύση δεν είναι απλά ο χώρος που διαδραματίζονται κάποιες σκηνές. Η φύση είναι ένας ακόμα χαρακτήρας. Oι ήρωες βρίσκουν στη φύση το καταφύγιο και την απελευθέρωση που αναζητούν. H απομάκρυνση από την πόλη σηματοδοτεί γι’αυτούς ένα ταξίδι ανακάλυψης του πραγματικού τους εαυτού.
Όπως γίνεται casting για να βρω ένα ρόλο έτσι βρίσκω και τους χώρους της ταινίας που θα κάνω. Αυτό γίνεται πιο πολύ ακολουθώντας ένα ένστικτο που έχω κι όχι βλέποντας χιλιάδες φωτογραφίες. To ένστικτο μου έλεγε για τη βόρεια Ελλάδα. Και πιο συγκεκριμένα για την περιοχή της Ξάνθης που την είχα γνωρίσει πολλά χρόνια πριν όταν ήμουν φοιτητής. Δάση, ποτάμια, βουνά, σιδηρόδρομοι, αγροτικά χωριά, σταυροδρόμι πολιτισμών και διαφορετικών θρησκειών, ωραίοι άνθρωποι κι ένας νομός κατά γενική ομολογία ταλαιπωρημένος από οικονομικής απόψεως.
Με τη βοήθεια ενός τοπικού οδηγού, τον Ηλία Μιχαϊλίδη, βρήκαμε στο νομό Ξάνθης υπέροχους χώρους. Στο δάσος του Κοτζά Ορμάν χτίσαμε μάλιστα ως σκηνικό τη δική μας καλύβα όπου έμενε ο βασικός ήρωας της ταινίας ένας ερημίτης. Είδαμε τσακάλια στο χιόνι, γυρίσαμε ποτάμια με καγιάκ, μείναμε στη λάσπη, ήπιαμε τσίπουρα, γελάσαμε, και στήσαμε τελικά κι ένα μουσικό πανηγύρι με κουδουνοφόρους και 500 ντόπιους όπου κάναμε τα γυρίσματά μας όπως ακριβώς το είχα ονειρευτεί.”